κάθε δυό τρείς ημέρες περνώ απ’το δρομάκι οδό Γραβιάς
νά’χει σχέση άραγε με το χάνι στα χρόνια της σκλαβιάς;
και κοιτώ κατά πάνω μπαλκόνια και διαμερίσματα
σε παλιό ένα απ’ αυτά κατοικούσαμε και ήμουν μιά σταλιά
και άν μιλούσα ήδη τότε να γράφω πάντως δέν ήξερα
δυστυχώς φόβος τί θα πεί τότε ακόμη δέν ήξερα
να πετούσα ήθελα να μπορώ και να έπιανα τα πουλιά
και σε μήκος και σε ύψος πηδώντας τόσο διασκέδαζα!
και απ’ το μπαλκόνι εκείνο κοιτώντας κάτω είχα την ιδέα
άραγε και απο ’δώ να πηδήξω γιατί να μή μπορώ
όπου φτάνει η ματιάμου θα φτάνουνε και τα πόδιαμου
άγγελος του Πανάγαθου ήταν που μου έβαλε δισταγμό
το έδαφος φαίνεται κοντά αλλα ίσως να είναι επικίνδυνο
δέν ξέρω άνθρωπος άλλος να πήδηξε τόσο απο ψηλά
να φοβούνται άδικα μπορεί δίκαιο όμως άν έχουνε;
ασφαλές ή όχι αν είναι θα μάθω αργότερα σίγουρα
το κατόρθωμα ας χάσω τώρα να μή χάσω τίποτα
απο τότε έζησα πολλά αδιέξοδα πανικούς καημούς
άν και δέν γνώρισα ευτυχία έμαθα όλα όσα την χαλούν
πόσες πήρα λαβωματιές που έχουν μείνει ανεξίτηλες
μα όσα παράπονα κι αν έχω απ’ το Θεό πάντα ευχαριστώ
το παράτολμο τότε που να διαπράξω δέν με άφησε.