|
| Στριφτό τσιγάρο | | | Όταν το έγραφα τον ήρωα το λυπήθηκα δεν το θεωρώ ούτε εθισμένο ούτε ανεύθυνο......θύμα μονάχα της ανέχειαςκαι κυνηγό της κάθε μικρής χαράς για να μπορέσει να συνεχίσει τη θλιβερή ζωή του ΚΑΛΟ ΣΒΚ ΣΕ ΟΛΟΥΣ | |
-Σου έχω φαι και μερικά φρούτα στο καλάθι,αν θες να το φας ζεστό άμα φτάσεις στο μιτάτο
βάλτο σε ένα τσικαλάκι στην παραστιά,είναι μπόλικο θα περάσεις κι αύριο μ αυτό.Σου έχω
κι ένα παγούρι νερό για το δρόμο και μια πλάκα σαπούνι.Το μουλάρι το τάισες?
-ναι,φαγωμένο είναι
-Κάλιο έχω να ξεκινήσεις τώρα,χειμώνας είναι να μη σε πιάσει η νύχτα
-ντύνομαι και φεύγω θα περάσω πρώτα απ του Μάρκου να πιω κανένα καφέ........μιάμιση
ώρα δρόμος είναι δε θα νυχτωθώ.
-κοίτα μην αρχίσετε το χαρτί στο καφενείο και ξεκινήσεις μεσάνυχτα,το φακό τον έχεις?
-Τον έχω αλά δε θα τον χρειαστώ θα έχω φτάσει πρι νυχτώσει,εσύ πες τη μικρή να μαζευτεί
νωρίς απόψε μην τραβολογιέται πάλι μ αυτό τον άχρηστο.
-μμμ ......όλοι είναι άχρηστοι εκτός από σένα.......αλά ηρέμησε σε μια βδομάδα το παληκάρι
πάει φαντάρος,θα τον χάσει η κόρη μας κι εσύ θα ηρεμήσεις,να δούμε που θα βρει τον καλό
π ονειρεύεσαι να της δώσεις,ξεχνάς και ότι δεν έχουμε στον ήλιο μοίρα και ότι η μικρή...........
τον αγαπάει
-Τον αγαπάει,τον αγαπάει..........ούτε 17 χρονώ δεν είναι ακόμα,αν ήξερε πως πρέπει ν αγαπάει?
Αντε να πηγαίνω γιατί με τη γκρίνια σου είναι που θα φτάσω μεσάνυχτα............................................
Ανέβηκε τα πέτρινα σκαλάκια και τράβηξε το μάνταλο απ τη σιδερένια πόρτα
-Πε.....περίμενε λίγο θέλω να σε ρωτήσω κάτι
-Τι είναι πάλι
-Να το φθινόπωρο μου είχες πει ότι σου είχανε μείνει λίγα λεφτά και τάχεις φυλαγμένα στο μιτά
το........σε μια βδομάδα είναι Χριστούγεννα,έγω έχω ένα εικοσάρι όλο κι όλο........ο Παντελής θα
σφάξει χοιρινό να το πουλήσει.........εεε να μη τρέχουμε στη Χώρα για κατεψυγμένο.........αφού τα
δικά μας ζωντανά είναι ίσα ισα για το γάλα των παιδιών και για κανένα τυρί την άνοιξη,ύστερα...
θένε και τα παιδιά κάτι τώρα πούναι γιορτές,μικροπράματα βέβαια αλά χωρίς λεφτά?
Γι αυτό έστω κι ένα πενηντάρι νάναι τα λεφτά που έχεις φυλάξει τώρα τα έχουμ ανάγκη.
-Πενηντάρι?μα τι λες , τι λες?ένα πεντακοσάρικο έχω στο μιτάτο
-Πεντακοσάρικο.........να χαρώ εγώ τα ψέμματα σου
Σταμάτησ όμως απότομα και τον κοίταξε,μπορεί ο άντρας της να είχε όλα τα ελαττώματα του κο
σμου αλά ψεύτης δεν ήτανε...........
-πεντακοσάρικο !!!πως?
-Από το καλοκαίρι που πούλησα εκείνα τα κοκόρια, το ριφάκι κι έκανα κι εκείνα τα δέκα μεροκά
ματα στη δεξαμενή,εεε τι νομίζεις μαζεύονται τα λεφτά
-ω Παναγιά μου και τόχα δει το όνειρο αλά δε πίστευα ότι σε μας θα συμβεί πια τίποτα καλό........
θα μπαλώσουμε πολλές τρύπες θα δεις......και δε θα υποχρεώνομαι στην αδελφή μου να της......
γυρεύω δανεικά ούτε κι εσύ στο Θοδωρή,και θα μας μείνουμε κι όλας αμεεε θα μας μείνουμε
Aκούμπησε το παγωμένο της χέρι στο τραχύ του πηγούνι,δάγκωσε ελαφρά τα χείλη της και
του έδωσε ένα δυνατό φιλί στο στόμα.......ένα φιλί σαν εκείνα τα παλιά,τα πολύ παλιά.
-Καλό δρόμο,και να προσέχεις
Εκείνος χαμογέλασε και βγήκε απ την αυλόπορτα.
Αλήθεια πόσα χρόνια έχει να με φιλήσει έτσι(σκεπτόταν καθώς ξεμάκραινε).........Απο τότε που
είχαμε τη κορη μας μωρό......υστερα......ήλθαν και τ άλλα παιδιά η φτώχεια,τα βάσανα,η μήπως
είμαι παλαβός και δεν καταλαβαίνω ότι και στο κρεββάτι κάθε που την αγγίζω ναρκώνει το νου
της μέχρι που να τελειώσω?
Μπαίνοντας στο μαγαζί του Μάρκου,παρατήρησε ασυνήθιστη κίνηση για καθημερνή και τρεις η
ώρα το μεσημέρι.
-Γλέντι έχετε?είναι καμιά γιορτή σήμερα?
-oχι βρε Αγγελή αλά διορίσανε το γιό του Θοδωρή σ ένα δημόσιο ταμείο στον Πειραιά,είδες......
βρε που μας έλεγες να μη ψηφίσουμε τον Τσεγκαλή γιατί δεν κάνει χάρες,ναααα και τη κόρη
της Ματίνας διόρισε τον περασμένο μήνα και το γιο του Θοδωρή τώρα.
-Φέρε ένα καραφάκι ούζο με μεζέ στον Αγγελή(φώναξε ο Θοδωρής)
-Οχι καραφάκι κυρ -Θοδωρή,πάω στη ράχη μιαμιση ώρα δρόμος με το μουλάρι......4 μέρες έχω
να πάω και τελειώνει το φαι για τα ζωντανά,ύστερα μπορεί να μπήκανε και νερά στο μιτάτο από
τη προχθεσινή βροχή.
-βρε κάτσε καλά.......που θα μου πεις όχι καραφάκι 44 χρονώ παληκάρι,εγώ γέρος είμαι...............
και πίνω ένα μπουκάλι στη καθισιά μου
Το κατέβασε το καραφάκι ο Αγγελής κι ήπιε και δύο ποτηράκια ακόμα
-Μάρκο με 1 δραχμή πόσα τσιγαρόχαρτα παίρνω?
-Μου έχουνε τελειώσει Αγγελή μου το μπακάλικο μπορεί να έχει αλά βιάσου γιατί αυτός κλείνει
νωρίς
-Φέρε κι ένα καφέ στον Αγγελή γιατί τον βλέπω ζαβλακωμένο,τσιγάρα θα του δώσω μερικά απ
το πακέτο
-Ετσι είναι κυρ Θοδωρή όποιος τάχει αγοράζει πακέτο,εγώ απο τότε που σταματήσανε τα μαγα-
ζιά να τα πουλάνε χύμα όλο στριφτό κάνω,ευτυχώς που καλό καπνό μου στέλνει ο αδελφος
μου από την Αθήνα
-Παρ το βρε Αγγελή,πάρε όλο το πακέτο έχει πάνω από δέκα μέσα,να ήλθε κι ο καφές σου........
τον πίνεις και φεύγεις
-Μα έχω τσιγαρόχαρτα στο μιτάτο
-ας έχεις..........κράτα τα για όταν το τελειώσεις
Ο Θοδωρής πλήρωσε για όλους,τους χαιρέτησε κι έφυγε
Ο Αγγελής κάπνισε δυό τσιγάρα απ το πακέτο τέλειωσε τον καφέ του και κίνησε να φύγει.
Θεοσκότεινα ήταν έξω.......κι έκανε και κρύο ως και το μουλάρι τσίναγε και δεν ήθελε να ξεκινή
σει.
Κάπου στα μισά της διαδρομής σταμάτησε κοντά στο ρέμα για να ξεμουδιάσει και να κάνει ένα
τσιγάρο από το πακέτο,σκιάχτηκε όμως καθώς πήγαινε να δέσει το μουλάρι σ ένα μικρό πλα
τάνι και προσπάθησε να λύσει το καλάθι για να βγάλει το φακό.Καθώς έσκυψε ελαφρά του
έφυγε το πακέτο απ τα χέρια και κύλησε στο ρέμα........για κάμποση ώρα έμεινε να το κοιτάει
αποσβολωμένος καθώς το έπαιρνε το ρυάκι.
Γρουσούζικο και το καλό του και το κακό του αυτουνού τ ανθρώπου(ψυθίρισε ενοώντας το......
Θοδωρή)ευτυχώς που έχω χαρτάκια στο μιτάτο.............................
Κόντευε να φτάσει............κι ήθελε σαν τρελός ένα τσιγάρο..............έβαλε το χέρι στη τσέπη για
να βεβαιωθεί ότι δεν έχει χάσει και τα σπίρτα,Και τότε ήταν που θυμήθηκε......................................
Tα τσιγαρόχαρτα δεν τα είχε στο μιτάτο τα είχε βάλει τελευταία στιγμή φεύγοντας στη τσέπη του
παντελονιού που φορούσε πριν 4 μέρες και το κράτησε στο χωριό η γυναίκα του ......................
να το πλύνει,επειδή όπως έλεγε βρωμούσε.
Φθάνοντας δε πήγε πρώτα να δει τα ζωντανά,ούτε πήγε το μουλάρι στον πρόχειρο καλαμένιο
στάβλο.το έδεσε σε ένα ελαφρύ κούτσουρο από αθάνατο που το χρησιμοποιούσε για κάθισμα
τα καλοκαίρια και σπρώχνοντας τη σαραβαλιασμένη πόρτα μπήκε στο μιτάτο,τι θα έκανε χωρίς
τσιγάρο?έπρεπε να περιμένει να ξημερώσει να περπατήσει ενα τέταρτο μέχρι το μιτάτο του.......
Κωνσταντή κι αν είχε εκείνος να του έδινε.......αν είχε
Προσπάθησε ν ανάψει το τζάκι,αλά δεν κρύωνε
Δάγκωσε ένα μήλο απ αυτά που του είχε βάλει η γυναίκα του στο καλάθι,αλά δεν πεινούσε
Επεσε στ αχυρένιο στρώμα να κοιμηθεί,αλά δε νύσταζε
να καπνίσει ήθελε......να καπνίσει
πλησίασε στη θερίδα που ήταν η νταμιτζάνα με το κρασί...............ίσως αν πιώ λίγο....................
Δεν ήπιε λίγο ,πολύ ήπιε...........
Αλά η κάψα του για ένα τσιγάρο γινόταν όλο και πιο έντονη
Οταν άρχισε να ζαλίζεται .............θυμήθηκε ότι ο μικρός του γιός του είχε παραγγείλει να του
φέρει κανένα δυό λεπτά καλάμια γιατί τους είχε πει η δασκάλα να τα κόψουν και να γράψουν
με καλάμια στην πόρτα της κάθε αίθουσας ΚΑΛΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟ ΤΟ 1961....................
Θα σου βρω τα καλύτερα καλάμια Ηλία μου, είπε κι άρχισε να γελάει δυνατά !
Επιασε το τσίγκινο κουτί με τον καπνό και ετοιμαζόταν να τον σκορπίσει απ το μικρό φεγγίτη
-άχρηστος μου είσαι χωρίς χαρτί ................χωρις χαρ.........
Μια γλυκιά λάμψη διαπέρασε το βλέμμα του κι έγινε πορφυρό χαμόγελο στ αξύριστα του μά-
γουλα
-Εχω.....έχω χαρτί να το στρίψω
Κατέβασε το μικρό ξύλινο εικόνισμα της Παναγίας από τον τοίχο ξεκόλλησε το πάνινο πουγκί
που φύλαγε στο πίσω μέρος της εικόνας και έβγαλε από μέσα το πεντακοσάρικο,ολοκαίνου
ριο όπως τη μέρα που το έχει κρύψει.......λίγο νοτισμένο και πιο μαλακό.ότι έπρεπε δηλαδή
Το ίσιωσε πάνω στο γόνατο του,απόθεσε πάνω του μια χούφτα καπνό το τύλιξε προσεχτικά
και το σάλιωσε για να κολλήσει.
Αναζήτησε τα σπίρτα,αλά το μετάνοιωσε ..........σηκώθηκε πλησίασε το λυχνάρι ,το άναψε και
τράβηξε με βουλιμία την πρώτη ρουφηξιά..........ύστερα έκατσε στο στρώμα και δεκάδες γλυκες
σκέψεις άρχισαν να χορεύουν στο μυαλό του.
Το κάπνισε μέχρι τέρμα,ώσπου η κάφτρα έσβησε από το σάλιο του.
Ενοιωσε τα βλέφαρα του να βαραίνουν
Καλές γιορτές ευτυχισμένο το 1961 (φώναξε)και έγειρε στην αγκαλιά του Μορφέα
Απ έξω ακούγονταν τα ποδοβολητά του μουλαριού,που είχε λυθεί απ το κούτσουρο και ξεκι-
νούσε για την πρώτη ελεύθερη του διαδρομή.
Κ Θ 15-12-12
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
| | |
|
ΓΙΑΝΝΗΣ Κ 13-11-2021 @ 00:43 | Καθηλωτικό ,σαν να το έβλεπα σα ταινία να διαδραματίζεται μπροστά μου
| | ΑΜΑΡΥΛΙΣ 13-11-2021 @ 10:28 | Πρωί, πρωί με συγκίνησες γαμώτο!! και φουμάρω αρυμανίως! ::hug.:: ::hug.:: ::hug.:: | | Μπόσινας Νίκος 13-11-2021 @ 12:58 | Ωραίο! | | |
Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο
|
|
|