| Μεσόγειος, 75 π.Χ. : Το εμπορικό καράβι έπλεε καταμεσής του Αιγαίου, με προορισμό το νησί της Ρόδου, φορτωμένο με στάρι, λάδι, κρασί και μερικούς επιβάτες. Ξάφνου, περνώντας δίπλα απ΄ το Φαρμακονήσι, ο καπετάνιος αντιλαμβάνεται ένα μακρόστενο χαμηλό σκάφος να τον πλησιάζει κωπηλατώντας γοργά. Επρόκειτο για ένα πειρατικό πλοίο από τα πολλά που λυμαίνονταν την περιοχή. Ήταν αδύνατο φυσικά να τους αποφύγει κι έτσι περίμενε να τον πλευρίσουν και ν’ ανέβουν στο κατάστρωμα. Ήταν ένα ανάμικτο σινάφι από την Κιλικία με επικεφαλής έναν αγριωπό θαλασσόλυκο συνοδευόμενο από τον υπαρχηγό του. Αφού επιθεώρησε τα εμπορεύματα και τους επιβάτες, υπολογίζοντας τι κέρδος μπορούσε να βγάλει πουλώντας τους, η ματιά του έπεσε σε έναν νεαρό αδύνατο καλοντυμένο Ρωμαίο που καθόταν στην πλώρη αμέριμνος και διάβαζε, αδιαφορώντας για το τι συμβαίνει γύρω του. Απαξίωσε να μιλήσει στον αρχιπειρατή και χρειάστηκε η παρέμβαση του καπετάνιου για να πληροφορηθούν ότι επρόκειτο για έναν γόνο πλούσιας οικογένειας πατρικίων.
Πόσα λύτρα θα ζητήσουμε , ρωτά ο αρχιπειρατής τον υπαρχηγό του.
Δέκα χρυσά τάλαντα είναι λογικό ποσό, του απαντά αυτός.
Ε, λοιπόν, τα διπλασιάζω είπε εκνευρισμένος ο αρχιπειρατής: Είκοσι τάλαντα, αυτή είναι η τιμή που ορίζω.
Τότε για πρώτη φορά ο νεαρός πατρίκιος σήκωσε το κεφάλι του και αποκρίθηκε: Είκοσι τάλαντα μόνο; Αν ξέρατε τη δουλειά σας , θα καταλαβαίνατε ότι αξίζω τουλάχιστον πενήντα.
Ο αρχιπειρατής ξαφνιάστηκε, αλλά βέβαια δέχτηκε με χαρά την αυξημένη τιμή.
Στάλθηκε λοιπόν το μαντάτο στην οικογένεια του νεαρού αριστοκράτη για να στείλουνε τα λύτρα κι ίσαμε τότε οι πειρατές ανέλαβαν τη "φιλοξενία" του πολύτιμου αιχμαλώτου τους στο λιμάνι που ήταν το ορμητήριό τους. Μόνο που ο νεαρός δεν ήταν ένας συνηθισμένος αιχμάλωτος: Τις 40 μέρες της ομηρείας του δεν έδειξε κανέναν φόβο. Συμπεριφερόταν στους πειρατές σαν να ήταν ο αφέντης τους και όταν ήθελε να ξεκουραστεί τους έλεγε "κάνετε ησυχία τώρα, θέλω να κοιμηθώ". Αθλούνταν μαζί τους συναγωνιζόμενος στο τρέξιμο και στο πέταγμα του λιθαριού. Τις ώρες της ξεκούρασης τους διάβαζε τα ποιήματα που έγραφε για να εισπράξει αποδοκιμαστικά σχόλια απ’ αυτούς. Κι ο ίδιος όμως τους διαβεβαίωνε με χαιρεκακία ότι μόλις τον απελευθερώσουν , θα μαζέψει στρατό , θα επιστρέψει , θα τους συλλάβει και θα τους σταυρώσει. Οι πειρατές δεν τον πήραν στα σοβαρά.
Όταν συγκεντρώθηκαν τα λύτρα και παραδόθηκαν στους πειρατές εκείνοι απελευθέρωσαν τον αιχμάλωτό τους. Εκείνος χωρίς χρονοτριβή πήγε στη Μίλητο, και μολονότι δεν κατείχε κανένα πολιτικό ή στρατιωτικό αξίωμα, εξόπλισε ένα στολίσκο και επέδραμε αιφνιδιαστικά στο ορμητήριό τους, σφαγιάζοντας τους περισσότερους και κρατώντας τους αρχηγούς τους για την τιμωρία που τους είχε υποσχεθεί. Παρακάμπτοντας τις επίσημες ρωμαϊκές Αρχές τους σταύρωσε, και κάνοντάς τους μια τελευταία χάρη τους έκοψε το λαιμό πριν τους κρεμάσει στο σταυρό.
Ο ατρόμητος νεαρός Ρωμαίος πατρίκιος ήταν ο μετέπειτα ύπατος, στρατηγός, και δικτάτορας Γάϊος Ιούλιος Καίσαρας(100 π.Χ. - 44 π.Χ.).
Υγ: Οι πειρατές της Μεσογείου ήταν διαχρονικά μια μεγάλη πληγή για το εμπόριο και τη ναυσιπλοϊα. Αποφασιστική νίκη εναντίον τους κατήγαγε το 67 π.Χ. ο μεγάλος ανταγωνιστής του Ιουλίου Καίσαρα, ύπατος και στρατηγός Γναίος Πομπήιος Μέγας.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|