| Στα λευκά ντυμένη σαν νύφη
σκονισμένους δρόμους βαδίζεις
των αντρών τρελαίνεις τα στίφη
και με πόθους τους πλημμυρίζεις.
Βιαστική διασχίζεις διαβάσεις
και τα δέντρα σε προσκυνούνε,
στο τρελό μεθύσι της πλάσης
και πουλιά για σένα λαλούνε.
Δεν το ρίχνεις το βλέμμα σ’ άλλο
παρά σε μένα μονάχα
άρρωστος μαζί σου βαριά
έρωτα μ’ ανάβεις μεγάλο
σαν αραπίνα φελάχα
στην πλανεύτρα την Μπαρμπαριά.
Στης παλιοζωής μου το σάλο
το φως σου θά’ θελα νά’ χα
πριν με ζώσουν ίσκιοι θεριά.
Σαν σαθρό τσακίζομαι πλοίο
πάνω στων ματιών σου το βράχο
το κορμί σου δος μου το θείο
παρακαταθήκη μου νά’ χω.
Ίδιος να πλανιέμαι κομήτης
στ’ ουρανού σου το Γαλαξία,
με την αγάπη σου αν κι αλήτης
να μου δίνεις κύρος κι αξία.
Δεν το ρίχνεις το βλέμμα σ’ άλλο
παρά σε μένα μονάχα
άρρωστος μαζί σου βαριά
έρωτα μ’ ανάβεις μεγάλο
σαν αραπίνα φελάχα
στην πλανεύτρα την Μπαρμπαριά.
Στης παλιοζωής μου το σάλο
το φως σου θά’ θελα νά’ χα
πριν με ζώσουν ίσκιοι θεριά.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 1 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|