| Σε τρώω και χορταίνω.
Κουτά αναρωτιέμαι κι απορώ,
πως μπορείς και ορθό στήνεις ένα κορμί,
από καιρό για αληθινή αγάπη πολύ πεινασμένο.
Φοβάμαι πιάτο μου χορταστικό, μη σ’ αντικρίσω αδειανό,
κι από τα αποφάγια αχόρταγων ψυχών,
ζω κουφάρι ζωντανό και ξεχασμένο.
Σε πίνω και ξεδιψώ.
Καθάριο, δροσερό είσαι νερό,
που σε όλα τα φύλλα του κορμιού μου φτάνεις και ευφραίνεις.
Κρίνος λευκός σε έρημο,
συ με κρατάς στη ζωή, ζωντανό κι ανθισμένο.
Φοβάμαι διψασμένος για σε, σαν σε στερηθώ,
θα ζω ανεμώνα ξερή, θαμμένη σε χιόνι μαύρο, μολυσμένο.
Σε βλέπω, δεν σε κοιτώ.
Κάθε φορά αναριγώ,
στη σκέψη πως μπορεί να σε χάσω.
Φοβάμαι πως αν συμβεί, συνεχώς θα σε πεινώ. θα σε διψώ, ,
έως ότου, ψυχή άψυχη και γω χαθώ.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 1 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|