| Μια πονεμένη ιστορία
Ο Κοκό ο κόκορας
και η Κικί η κότα
σ’ ένα κοτέτσι άνετο
και με πολλά σποράκια
τη νε περνούσαν μια χαρά
με τον Κοκό να κελαηδά
και η κυρά τους η Μαριώ
μάζευε κάθε πρωινό
ένα πανέμορφο αυγό.
Πέρασαν λίγα χρόνια
κι ο Κοκό θέλει κοκό
μα η Κικί μας πέρα βρέχει
και το κοτέτσι πια δεν έχει
να δώσει το χρυσό αυγό
και πέφτει γρίνια και κακό
και η κυρά τους η Μαριώ
με το μαχαίρι ένα πρωί
πιάνει και σφάζει την Κικί
Σε στεναχώρια ο Κοκό
π’ έχασε ο δόλιος την Κικί
και πάει πέρα δώθε
όλο κουνάει το λειρί
και δεν του πάει να λαλήσει
και η κυρά τους η Μαριώ
που έχασε το κικιρίκι κο
κι έχασε το ζεστό αυγό
ψάχνει να βρει μια λύση
Πήγε νωρίς στην αγορά
και πήρε μια πουλάδα
ωραία μικρή και στρουμπουλή
γεννοβολούσε αράδα
Μα ο Κοκό δεν είπε να λαλήσει
και η κυρά μας η Μαριώ
κατάλαβε το πως και το
με το μαχαίρι ένα πρωί
πιάνει και σφάζει τον Κοκό
Κρίμα ναι κρίμα στον Κοκό
του ‘λεγα να λαλήσει
και να ξεχάσει την Κικί
αν θέλει το κεφάλι του
μη το ‘βρει μέσα στο σακί.
Κάλιο να το ‘βρω στο σακί
εγώ γι’ αυτήν λαλούσα
την όμορφη μου την Κικί
γιατί την αγαπούσα.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|