|
Πήρα το δρόμο.
Πήρα το δρόμο που το πίσω του έχει σβήσει,
κοιτώντας μόνο να βρεθώ στο πουθενά,
όπου τα όνειρα νικιούνται από τη δύση
κι όπου η θλίψη σαν μονάρχης κυβερνά.
Ένα δισάκι φορτωμένο από τύψεις
και μια ψυχή απ’ τις χαρές μου αδειανή,
να, τα υπάρχοντα στη στράτα μου της σήψης
που δεν προσμένει νέα μέρα να φανεί..
Κι υπάρχουν κι άλλοι στο μαρτύριο ετούτο
μα ο καθένας μας βουβός τ’ ακολουθεί,
έχοντας φτιάξει με τις τύψεις του το κνούτο
που μανιακά τ’ άδειο κορμί του τιμωρεί.
Μα είμαι μόνος, το σαράκι μου να νιώθω,
μες στους καημούς τον τελειωμό να καρτερώ
χωρίς ελπίδα, χωρίς γέλιο, χωρίς πόθο,
σαν ένα νούφαρο διωγμένο απ’ το νερό..
-.-
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 6 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|