Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
132744 Τραγούδια, 271243 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

 Θροητό
 Καλό βράδυ σε όλες και σε όλους. Με το καλό η καινούργια βδομάδα
 
Σαν θα βαφτεί με μια μαβιά, τ' ακρούρανο αποχρωμιά,
που πίσω της θ' ακολουθεί, η γκρίζα, της τρυγόνας,
μόνο, το μαβρογάλανο θα λείπει της εικόνας,
κι αντιλαρίδες των αστριών, τ' ασημοχρύσαφα πλουμιά.

Τότες να φτάσεις, κι ας φανεί, στη ρέγουλά σου, αβολιά,
σε μιαν αχτή, που πέλαγος, στους κόρφους της κοιμίζει,
κι ανάσκιντα τσακίσματα, της μέρας του αγνίζει,
ξεκούραστο να 'ναι ταχιά, ν' αφρίζει στην ακρογιαλιά.

Εκεί θα μ' έβρεις να κοιτώ, της μέρας το ξεψυχητό,
με τα συλλογισμένα μου, τα χαηλωμένα μάτια,
και να μετρώ τ' αργόβαδα, πρόσπερα σκαλοπάτια,
π' ανηβατίζει η νυχτιά, χωρίς έν' αγκομαχητό.

Καθώς θα συναλίζεται, μια θάλασσα μελανωπή
το θώρι μου, και θα ζητά, μάταια, το βυθό της,
στάσου, ανάκουστα, σιμά, και γίνε μου ποδότης
στα λυχνανάματα ποθώ, να διπλαρώσω τη σιωπή.

Σ' ακνάτη σιγαλιά, πυκνή, της σκέψης μου το θροητό
γυρέβω ν' ανελιγωθεί, όπως πελάγου κύμα,
που η ορμή του γίνεται, της παραφρής το χτήμα,
και καταπέφτει με πνιχτό, της σβήσης, αναφιλητό.

Ή, ίσως, ν' αποτραβηχτεί, με μια του νου φυρονεριά,
και ν' απομείνουν μοναχά, ασάλεφτα κοχλάδια,
και μιας αμμούδας αγκωνή, στρωτή, δίχως ψεγάδια,
ωσάν μαρτιάτικο φραχτό, που καρτερεί καλοκαιριά.

'Κει δα, απ' της καρδιάς μπαχτσέ, σύρε το κίτικο, ωριό,
λουλούδι που για με βαστάς, κι εγώ θα τ' αναθρέψω..
Στης σιωπηλής μου αμμουδιάς, μεσιά, θα το φυτέψω,
φάρο να το 'χω, δισταγμού, σαν με κυκλώνει, το θεριό.

Κι από στεριάς το συρμητό, και θάλασσας ανασαιμιά,
που θα σφιχταγκαλιάζονται εκεί, θα το φυλάξω,
της χάρης τ’ αποστάλαγμα, με πίστη θα ταιριάξω,
και αρμασιά μυστηριανή, θ' αγιάσω στην απανεμιά.

Ίσως, συχνά, ν' άφτω φωτιά, να στήνω γύρω της γιορτή,
όλη τη νύχτα, πριν φανεί κάποια αβγή μοιραία,
κι εσύ να σιγομουρμουράς, σταφνίζοντας λαθραία,
στων ουρανών την αγκαλιά, των αστραπόβολων μορτή.

Και με της φέξης ερχομό, σε ξεπαρσιά μου θα ζητώ,
μ' άτσαλα, στους σταβρούς, ψηφιά, παραγγελιά ν' αφήσω,
πως είν' δική μου η σπιάντζα, και πίσω θα γυρίσω,
και στα γλαριά, να πάν' αλλού, για τσαγανών τον τρυγητό.

Τι, η ξανθή, η άμμουδα, που λούλουδο θησαβριστό,
και σπάνιο, αγκαλοφέρνει, να πατηθεί δε θέλω,
μιας κι είν’ το δυναμάρι μου, στη σιγαλιά καστέλο,
και σ' όποιον ρουσαλτέρνει του, άσβεστη κάκια θα βαστώ.

Και θα 'μενα παντοτινά, σε τόπο τόσο ποθητό,
αλάργα απ' τις σέρτικες, της ζήσης μου παλίρροιες,
αν, καθε βράδυ, έσβηνες, μ' ανθί σου, έγνοιες μύριες,
κι αυτό το ακατάλυτο, αχ, του μυαλού μου θροητό…


 Στατιστικά στοιχεία 
       Σχόλια: 3
      Στα αγαπημένα: 0
 
   

 Ταξινόμηση 
       Κατηγορίες
      Συναισθήματα - Εικόνες
      Ομάδα
      Αταξινόμητα
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Εκτυπώσιμη μορφή
Μήνυμα στο δημιουργό
Σχόλια του μέλους
Αναφορά!
 
   

 
Αγιοβλασιτης
29-05-2022 @ 18:40
::theos.:: ::theos.:: ::theos.::
malkon64
29-05-2022 @ 18:43
ΠΟΛΥ ΩΡΑΙΟ ----ΜΕ (ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΕΣ) ΥΠΕΡΟΧΕΣ ΛΕΞΕΙΣ ! ! ! ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΑΛΑΜΟΣ . . . !
-Ειρήνη-
01-06-2022 @ 07:44
Είναι παράξενα όμορφο το ποίημά σου. Ενώ με την πρώτη ανάγνωση φαίνεται ερωτικό, δεν είναι. Η ουσία του βρίσκεται στον ήρωά σου, έναν άνθρωπο που βασανίζεται, είναι κουρασμένος και μόνος – κι αυτό που ζητάει είναι… ένας αντιπερισπασμός; μια ανάπαυλα; είναι σα να έχει βουλιάξει κάπου και ψάχνει ένα χέρι να τον τραβήξει έξω… έτσι το διάβασα… Είναι τόσο ζωτικής σημασίας αυτό που θα το προστατέψει με ό,τι έχει και δεν έχει… Και σπάνιο γιατί δεν υπάρχει λουλούδι να φυτρώνει εκεί που συναντιέται η θάλασσα και η στεριά. Μου θύμισε κάτι που είχα διαβάσει παλιά με κάποιον που κοιτούσε την θάλασσα προσπαθώντας να βγάλει άκρη με κάτι που τον βασάνιζε… και μου άρεσε πολύ η λέξη «αντιλαρίδα», ο ήχος της. Υποκειμενικό καθαρά, αλλά είναι από τα καλύτερά σου, ένα πολύ ωραίο ψυχογράφημα.

Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο