|
Κορίτσι της Κυριακής
Της μοναξιάς μου ύστατο, χαμένο περιστέρι,
το κάθε μεσημέρι, της κάθε Κυριακής,
στη στοργική φωλιά μου ερχόσουν να δακρύσεις
να εξομολογηθείς.
Κορίτσι μου της Κυριακής όπου κι’ αν ταξιδεύεις
νοσταλγικά κι’ αθέλητα τη μνήμη μου παιδεύεις.
Της Κυριακής τ’ απόβραδο άπλωνες την καρδιά σου,
στη θολερή ματιά σου έβλεπα πως πονάς,
τα έρμα όνειρά σου, μου ‘λεγες πως θα σβήσεις,
κι έλεγα: - Μη μιλάς !
Κορίτσι μου της Κυριακής, ποιος πόνος σε παιδεύει;
στο πρωινό σου ξύπνημα ποιο χάδι σε πλανεύει;
Στη συντροφιά μου έβλεπες κάποιον να σε κοιτάζει,
-για το πικρό μαράζι δεν έκανα πολλά,-
μονάχα, που σαν σ’ άκουγα, σου στράγγιζα το δάκρυ
και σου ‘ταν αρκετά.
Κορίτσι μου της Κυριακής, πώς τα’ χεις καταφέρει!
Πού ακουμπάς τον πόνο σου, ποιος να σ’ ακούει ξέρει;
Τα μυστικά μας πίναμε από κοινό ποτήρι,
δεν σου ‘κανα χατίρι, ανάγκη είχα κι εγώ,
που μέσα απ’ τον καημό σου γυρεύοντας τη λήθη
μάθαινα να ξεχνώ.
Κορίτσι μου της Κυριακής, τι σου χει πια ξεμείνει;
στ’ άδειο ποτήρι της σιωπής, ποιος την ψυχή σου πίνει ;
-.-
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 7 Στα αγαπημένα: 3
| | | | | | |
|