|
| Μπολού | | | Καλό μεσημέρι σε όλες και σε όλους. | | Αχ,
Της αφροθάλασσας μπολού,
με τα κρασάτα μάτια,
σταράτη και ξανθομαλλού,
που πιάνουν-σε γινάτια.
Που τριγυρνάς στις θαλασσιές,
για βασιλιά ρωτώντας,
για δάφτον τις κακογλωσιές,
με φούντο τιμωρώντας.
Και γαληνέβεις μοναχά,
σαν μάθεις πως υπάρχει,
πως πάντα χάρος ξαστοχά,
και οικουμένης άρχει.
Αχ,
Στο ξάκρισμα ενός γιαλού,
που το φιλούν κυμάτια,
θε’ ν’ αρματώσω μια μπελλού,
καινούργια, με πλεμάτια.
Να 'ρθει μαϊστράλι, θα 'φκηθώ,
να ντώσει τα πανιά της,
στης θαλασσάρμης τον ανθό,
να χάσει παρθενιά της.
Και ν' ανοιχτώ στο πέλαγο,
για σένα να καλάρω,
σε ψυχικό τ’ ανήλιαγο,
σιμά μου, να σ' αλάρω.
Αχ,
Σαν σε γριπέψω, μη ρωτάς,
στον τσεκτιρμέ τι κάνεις,
μον' πιάσε ν' αποχαιρετάς,
τη θάλασσα που χάνεις.
Τι, θα σε βγάλω σ' αμμουδιά,
σε σπιάντζα ροδισμένη,
με θαλασσιάς την ψαλμουδιά,
πολλά κορταρισμένη.
Θα σ' έχω 'κεί να τραγουδάς
παραλοές να πλάθεις,
σιμοτινά μ' να κελαηδάς,
κοτσάκια να μου μάθεις.
Αχ,
Σαν η ψαρίσια σου ουρά,
με τον καιρό ξεσβήσει,
ξόρκια θα πω, απ' τα γιερά,
αχνιά σ' να μη σιωπήσει.
Ποθώ να σε στεφανωθώ
ακρίτισα του πόντου,
μα θέλω και να τ' αξιωθώ
να μη μιλώ του βρόντου.
Στο κλησουράκι της αχτής,
που το χτυπά λεβάδα,
θα βλογηθείς, θα μοιραστείς
μαζί μου μια πελάδα.
Αχ,
Απ' τα παιδιά μας τα πολλά,
τα που θα βγουν αγόρια,
σε πόντο που μοσκοβολά,
θα βρούνε παρηγόρια…
Θε ν' αρματώνουν μίστικα,
να κυβερνούν τσερνίκια,
και ν’ αρμενίζουν τσίφτικα,
μες στ' αρμυρά τσιφλίκια.
Κι όσα μπαρκάρουν σε τρανά,
τρικούβερτα γαλιόνια,
να καρτερείς, θαλασσινά,
να φέρουν μας αηδόνια.
Αχ,
Και τα κορίτσια που θα βγουν,
θα μάθουν το τραγούδι,
και στο αφτί τους θα περνούν
μπουγαρινιάς λουλούδι.
Και σαν αρόδο κολυμπούν,
να μάθουν για μπραζέρια,
πες τους, μπελλούδες να ριγούν,
της ναφτουριάς καρτέρια.
Και διάταζε ν' αφήσουνε,
της θάλασσας τ' αφιόνια,
φωλιές εδώ να στήσουνε,
μ' ασίκικα γοργόνια…
*************************************************************************************************************************************************
Υ.Γ. Πάνω στο σκοπό του «Βασιλικέ μου τρίκλωνε» (https://www.youtube.com/watch?v=-daM2mTt-NQ).
Π.χ. (1η στροφή, και ούτω καθεξής)
Της αφ- μωρέ της αφροθάλασσας μπολού,
της αφροθάλασσας μπολού, με τα κρασάτα μάτια,
με τα κρασάτα μάτια,
σταρά- μωρέ σταράτη και ξανθομαλλού,
σταράτη και ξανθομαλλού, που πιάνουν-σε γινάτια,
που πιάνουν-σε γινάτια.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 5 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
| | |
|
Αγιοβλασιτης 17-11-2022 @ 17:25 | ::theos.:: ::theos.:: ::theos.:: | | Λεονόρα 17-11-2022 @ 21:54 | Τι να πει κανείς;
Έχετε ταλέντο μοναδικό! | | Κων/νος Ντζ 17-11-2022 @ 23:34 | ::angel.:: ::angel.:: ::angel.:: | | -Ειρήνη- 18-11-2022 @ 14:02 | Ένα παραμυθοτραγούδι με πολλή φαντασία, μουσική κι έναν καβαφικό απόηχο στο δίστιχό σου... μου αρέσει που έχει καλό τέλος επειδή στο γνωστό παραμύθι η γοργόνα που γίνεται άνθρωπος τελικά πεθαίνει ή γίνεται άστρο και στην "Αντινομία" του Καββαδία ξαναγυρνά στη θάλασσα κι ο ναύτης μένει μόνος. Πάντως ο ήρωάς σου έχει βάλει μεγάλο στόχο, δεν θέλει μια οποιαδήποτε γοργόνα, αλλά την αδερφή του βασιλιά... | | professorark 18-11-2022 @ 17:27 | Αγαπητή Ειρήνη,
Και ο Άντερσεν και ο Καββαδίας μου άφηναν πάντα μια πικρή γεύση στο θέμα της ιστορίας της γοργόνας. Αποφάσισα να της δώσω άλλο, πιο αίσιο τέλος... Ωστόσο, στην τελευταία στροφή, για τις θυγατέρες θα προτιμούσα να μην πάρουν ναύτη σαν την μάνα, αλλά γοργόνια, όμορφα παιδιά, δουλεφτάρικα της γης... Κ έτσι το έγραψα.
Ευχαριστώ όλους για τα επαινετικά σχόλια.
| | |
Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο
|
|
|