| Κράτησα τη ζωή μου
στο λιθαράκι της αυλής
στη λάσπη και το χώμα
ζηλεύοντας πάντα ένα βραχιόλι θαλασσί
κι` ένα πουπουλένιο στρώμα.
Κράτησα τα χέρια μου σφιχτά
από της μάνας μου τη κούνια
και κοίταγα την ερημιά,
μες στης σπηλιάς τη σκόνη
κι` όλο ονειρευόμουνα
ένα ψηλό μπαλκόνι!!
Στην αυλή με τη μουριά
τέλειωνε το παραμύθι
κι` είμαστε μικρά παιδιά
μ` ένα λυγμό στα στήθη.
Κράτησα τη ζωή μου
σε υγρούς κι` ανήλιαγους δρόμους
κει που παραμόνευαν οι δράκοι
με δόντια κοφτερά, για άγουρη σάρκα.
Και κάρφωσα τα μάτια μου
στου φεγγαριού τα θάματα
κι` αγάπησα τα γράμματα.
Και πέρασαν μέρες
και πέρασαν χρόνια
τα καρφιά πονάνε,
μα βρήκα ψηλά ένα φως,
ένα κυκλάμινο στο βράχο
τη περηφάνια να` χω.
Και ψήλωσα και μέρεψα
μέρεψε η ψυχή μου
κι` αγάπησα και πόνεσα
γεμάτη ήταν η ζωή μου.
Με της αγάπης τα φτερά
βυθίστηκα στη λήθη
προσκύνησα τον έρωτα
και λέω ένα παραμύθι.
Στη πέτρα, στη ξερολιθιά
κάποτε γεννήθηκα
κάποτε έζησα τυχαία,
χωρίς χάδι μεγάλωσα
και πήρα όλη την έλλειψη,
την έκανα καρδιά.
Πλάτανος έγινα γερός
με νιούτσικα κλαδιά
πνιγμένη σε μια αγκαλιά,
αγάπησα της γης τα παιδιά.
14-1-2023
Αδαμοπούλου Γεωργία
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|