|
| Τσικτσίδα | | | Καλό απόγευμα σε όλες και σε όλους. Υπομονή σε όσου χειμάζονται... | | Ωχρίασε το ξώπετσο, της γης απ' το χειμώνα,
και χιονερό απάνω της, μαντί απλοχερίζει,
ο κούντουρος, π' αχείλι μου, κουρδίζει να μπλαβίζει,
και τις τριβές μου κατηχεί, στο βήμα της χελώνας...
Κι είν' η αβγή κακάρεσκη, οκνή και μαργωμένη,
οι αρμοσιές είν' πονερές κι οι κόμποι μουδιασμένοι,
και το μυαλό τ' απρόθυμο, το βήμα μου χωλαίνει,
τι διάβη ωρακάλισμα, δεν έχει να προσμένει…
Μ’ απ’ τη βαγιά στην πόρτα μου, είχα μια καλημέρα
κομμάτι αναπάντεχη, της θύμιας μου ρυτίδα,
τ’ εκεί στα φύλλα έστησε, λημέρι μια τσικτσίδα,
π’ απ’ τα βουνά την έσπρωξε, φλάτο κρυερού αγέρα…
Αχό της, σαν ξαγρίκησα, των ζούμπερων φοβέρα,
έμεινα κει να μνήσκουμαι, τ’ αγέρα τη μαρίδα,
που με μαγγάνια, κάποτες, καπάνια για παγίδα,
σε κουκοσάλια ζώγρησα, κι ας μάλων’ η μητέρα…
Που χούγιαζε, σα μ’ έβλεπε τη ζίλα μου ν’ αρπάζω,
απ' τη μπολίτσα πόστεκε, στης πόρεψης μιαν άκρη,
και να χιμώ ανήλεος σφεντονιστής, που δάκρυ,
για χειμωπούλια άμοιρα, δεν μ' είδανε να βγάζω…
Μα, και που με αχνόγελο, κρυφό, έπαιρνε κόπο,
της άγρης, και για δείπνισμα, ήταν ετοιμασμένη,
τι, γιόμιζαν σαγάνι μας, οι επικηρυγμένοι,
που δεν είδαν χλωρό κλαρί, στης χειμαδιάς τους τόπο…
Μα, πια, κείνη η ζίλα μου, δεν ξέρω που αργέβει,
και τα χρειασίδια λείπουνε να στήσω μια παγίδα,
άλλαξε και η γνώμη μου, για τη φτωχή τσικτσίδα,
και τα χειμωνοπούλια που το κράϊ τα σκετζέβει…
Κι ανόχλητη την άφησα, γοργά, να παιχνιδίζει,
εκεί στα κλώνια τη βαγιάς, που φύλλα της κρατάει,
κι αβέρτα να φωνολαλεί, μονάρια να κεντάει,
αχ, με φωνή της υφαντό, που θύμηση ζορίζει…
Ως άκουσα και δεύτερη, από τη μπουκαμβίλια,
που ‘χει ξαμώσει ανθιστή, στης λεμονιάς τα κλώνια,
στον κήπο κει απέναντι, μ’ απλόχερη συμπόνια,
με πήρε το παράπονο , και στέγνωσαν τα χείλια…
Κι έστρωσα στο αζάτο μου, με περισσή δαψίλεια,
σπόρια, γλιγούδια νόστιμα, θρουλιά από μαρόνια,
σφούγγισα δάκρυ πόσταξε, με νου πικρά βελόνια,
και μνημονιά ‘χω έτοιμη, τηρώντας απ’ τη γρίλια…
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 1 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
| | |
|
-Ειρήνη- 08-02-2023 @ 15:03 | Πόσο όμορφο είναι professorark! Το πως από το σήμερα πηγαίνεις στο χθες και μετά ξαναγυρίζεις... το παιδί του τότε, ο άντρας του σήμερα... αναμνήσεις που ζούνε μέσα σου και αρκεί ένα τιτίβισμα να τις φέρει στην επιφάνεια... και υπάρχει τρυφερότητα και μια γλυκόπικρη αίσθηση που μένει στο τέλος και σε κάνει να θέλεις να το ξαναδιαβάσεις. Νοσταλγία, αυτή είναι η σωστή λέξη. Η αναγνώριση της ευτυχίας, η επιθυμία να την ξανανιώσεις και η αίσθηση της απουσίας... είναι όλα μαζί. | | |
Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο
|
|
|