| Τη θάλασσα τη ρώτησα, ψυχή μου αν γυρίσεις
και κείνη μου απάντησε, τ` αστέρια να ρωτήσεις.
Τα πουλιά που κελαηδούν, το ίδιο τα ρωτάω
και μου είπανε κελαιδιστά, στα σύννεφα να πάω.
Εστράφηκα τα κοίταξα, σύννεφα να μου πείτε
που είναι η ψυχούλα μου, μήπως εσείς τη βρείτε.
Έσκυψα και γονάτισα κι` είπα στο θεό
θεέ μου λίγο βοήθα με, μια στάλα να τη δω.
Ρώτησα τα ψηλά βουνά, ρώτησα και το κύμα
κι` αυτά δεν αποκρίθηκαν, πονάω κι` είναι κρίμα.
Τους ανθρώπους ρώτησα, τους ξένους τους διαβάτες
και κείνοι μου απάντησαν, μες στης ζωής τις στράτες.
Διαβήκαν χρόνοι και καιροί κι` εγώ όλο ρωτάω
στοίχειωσα, νύχτες να γυρνώ, μου λείπει και πονάω.
Το φεγγαράκι κοίταξε, λυπήθηκε για μένα
ξέχασε, μου είπε, μην πονάς, δεν σ` είχε αυτή καδένα.
Γυρίζω ο δόλιος μοναχός, όταν αυγή χαράξει
δεν έχει οδό κι` αναπαμό, ζωής, τελευταία πράξη.
Έκλεισα τα πορτόφυλλα, διπλώθηκα στα δύο
δεν ψάχνω πια ούτε ρωτώ και κάνει τόσο κρύο.
15-2-2023
Αδαμοπούλου Γεωργία
|
![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | | Στατιστικά στοιχεία | | ![](skin/images/spacer.gif) | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | ![](skin/images/spacer.gif) | | | | ![](skin/images/spacer.gif) |
|