Η βάρκα, μεσοπέλαγα,
πλανιόταν δίχως ρότα.
Την έβλεπα και γέλαγα
λουσμένος στον ιδρώτα,
που είχε κόσμο απάνω της
και μια τρύπα σαν μπρίζα
πού ‘μπαζε μέσα θάλασσα
κι έγερνε σαν την Πίζα…
Και δες, όλοι μαλώνανε
ποιος έβγαλε την τάπα,
την τρύπα δεν ταπώνανε
μα ψάχναν για τον μάπα
-της βάρκας τον υπεύθυνο-
και να τον τιμωρήσουν
αντί φελλό να βάλουνε
την τρύπα για να κλείσουν….
Και νά που η βάρκα βούλιαξε,
και λυτρωθήκαν όλοι
π’ όλοι φροντίσαν τον χαμό
σωστοί και χαζοβιόλοι.....
Ανάθεμα την τύχη τους
τύφλα τους το χαΐρι
τους στούρνους κι ακατήχητους
πού ‘χαν μυαλό μπαΐρι !
-.-