| Έμαθα νέα της και δε με νοιάζει
κι όταν την νοιάστηκα, μου ’χε κρυφτεί.
Βρέχει στον κόσμο της, πέφτει χαλάζι,
δεν είναι, πια, όμορφη κι ονειρευτή.
Άντρες συνήθιζε, τότε, ν’ αλλάζει
και μένα αρνιότανε να με σκεφτεί.
Γι’ αυτούς το στόμα της μέλι να στάζει
κι αυτοί, να την τραβούν από τ’ αφτί.
Τώρα μονάχη της σ’ ένα περβάζι,
κοιτάζει γύρω της, μια γριά σκυφτή.
Κι ίσως να σκοτωθεί, στον νου της βάζει,
ω! Πώς τη γλίτωσα, Θε μου, απ’ αυτή.
Π.Θ.Τουμάσης
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 6 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|