|
| Φωτεινοί | | | Καλό απόγευμα σε όλες και σε όλους. | | Κοιλάδες στενές, ισχνές και λεπτόγαιες, μας ανατρέφουν,
στα πόδια βουνών που κατοικούν οι θεοί που λατρεύουμε…
Στης πολύβουης της θάλασσας την όχθη αυτές μας ωθούν
και στην αλμύρα δίπλα την αφρισμένη ανδρωνόμαστε…
Στα νεώρια, σκληρά παιδευόμαστε και λαξεύουμε
το κυπαρίσσι και το σκληρό το κέδρο με επιμονή…
Κι αρματώνουμε γοργά του πόντου δεσμά τρίκωπα τρεχαντήρια,
που κατάπλωρα για φυλαχτό κουβαλούν δρυ της Δωδώνης…
Το κεχριμπάρι, στις όχθες της Βαλτικής, αναζητούμε
και τον άργυρο, στ’ άγρια μονοπάτια της Ιβηρικής…
Μες στην Κολχίδα, πέρα απ’ το Βόσπορο, για το σιτάρι,
με παραφορά, θαλασσοπνιγόμαστε, αιώνες πολλούς…
Το ξανθό λάδι της γης μας μοιράζουμε στη γη των Κελτών
και της Μεσσήνης το στενό διαβαίνουμε, με φορτία κρασί…
Τον κασσίτερο, απ’ τα νησιά της Θούλης, ανταλλάζουμε
με σύκα γλυκά και πήλινους αμφορείς λεπτεπίλεπτους…
Του Οδυσσέα παιδιά μας λογαριάζουν και της Καλυψούς
ή και μιας Κίρκης, ακόμα, γεννήματα ή μιας Μήδειας…
Και στων Σειρήνων, τα γλυκά ακούσματα υποκύπτουμε
και τις γυναίκες της Σιδώνας ποθούμε, ασυγκράτητα…
Μ’ αυτές σμίγουμε, σε σταθμούς κι εμπορεία της Εσπερίας,
κι ανατολικά, σαν πλέουμε κατά της Κύπρου τα μέρη.
Και ενέχυρα αφήνουμ’ απλόχερα, μες στην ανάγκη,
τα σώματά μας, που τα βρίσκουμε ξανά σ’ άλλα μπάρκα…
Οι Ετρούσκοι μας λένε πολύτροπους και μας φοβούνται.
και οι Φοίνικες, πώς τρέμουν τη φάρα μας, μες στα λιμάνια!
Στην Καρχηδόνα, οι σουφέτες, αφανισμό μας ετοιμάζουν,
καθώς βιγλίζουν, λάγνα, αχ, της Τρινάκριας τις πεδιάδες.
Και μες στα Σούσα, ο Μέγας Βασιλέας συνάζει στρατιές,
τι, δεν στέργουμε να την προσκυνήσουμε την αφεντιά του…
Την Ιωνία ξεσηκώνουμε, πάντα, και την Αίγυπτο,
και μισθοφόροι εκστρατεύουμε, εκεί, απ’ τους κάβους μας.
Η διχόνοια, - έθιμο των καπηλειών-, μας συντροφεύει
και στο ‘μόνοιασμα, μοναχά, ο κίνδυνος μας αναγκάζει.
Είν’ ο βίος μας μονόχνοτος και πολύ κακοτράχαλος.
που γαληνεύει στης Πηνελόπης, μόνο, μιαν ανάμνηση.
Μες στην πατρίδα, σοφοί και νομοθέτες, οι γέροντές μας,
μας παρομοιάζουν με βάτραχους δίποδους, που κοάζουμε,
με τη σελήνη, σε μιας λιμνοθάλασσας τις πυκνές λόχμες…
Μα σαν προκύψει, τον Ινδό προσπερνάμε, με τις φάλαγγες…
Τον έρωτά μας για την άγρια θάλασσα τον βάζει κάτω,
ένα μοναχά. Της λευτεριάς η δίψα, η ασίγαστη...
Ονόματα πολλά μας δίνουν, παράξενα, των ηρώων μας,
αλλά κι Έλληνες, κάποτες μας φωνάζουν, τ’ άλλα τα έθνη…
Που πάει να ‘πει, αυτοί που κατοικούν στο λιόχαρο βράχο,
ή ίσως-ίσως,εκείνοι που κοιτάζουν το φως, κατάματα,
και τα σκοτάδια ξορκίζουν, με το μάτι του Πολύφημου...
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
| | |
|
Κων/νος Ντζ 07-05-2023 @ 20:53 | Το 325 π.Χ. περίπου ο Πυθέας ταξίδεψε από τη νότια Ισπανία στη Μεγάλη Βρετανία. Σύμφωνα με τα γραπτά του, η Θούλη βρίσκεται στον ακραίο βορρά, έξι μέρες βόρεια της Βρετανίας. Για τον λόγο αυτό, το όνομα της Θούλης συμβολίζει από την εποχή της αρχαιότητας την πιο βόρεια άκρη του κόσμου (λατ. ultima Thule). Από τα βιβλία του Πυθέα περί Ωκεανού και Γης σώζονται μόνο αποσπάσματα. Συνεπώς υπάρχουν διάφορες υποθέσεις σχετικά με το ποια ήταν η Θούλη. Μάλλον πρόκειται για την Ισλανδία, τη Νορβηγία, τις Νήσους Φερόες ή τις Νήσους Σέτλαντ. Ο Πυθέας αναφέρει ότι ήταν μία γεωργική χώρα, όπου η μεγαλύτερη ημέρα διαρκεί 20 (ισημερινές) ώρες. Οι εκεί κάτοικοι τρέφονταν με φρούτα και παρασκεύαζαν ένα ποτό από σιτάρι και μέλι.[1] [2]
Γλωσσικά κατά πάσα πιθανότητα αναφέρεται στην χώρα των Ιουερνών PiHwerjoHn, "η εύφορη γη
::theos.:: ::theos.:: ::theos.:: | | χωρίς λόγια 07-05-2023 @ 21:29 | ωραία, όμορφα | | **Ηώς** 07-05-2023 @ 22:06 | ο τίτλος και μόνον τα λέει όλα!
Έξοχο Κωνσταντίνε!
https://aggouridaki.blogspot.com/2023/05/blog-post_7.html ::blush.:: | | -Ειρήνη- 12-05-2023 @ 14:02 | Κάποτε ήμασταν έτσι, φωτεινοί... τώρα δεν ξέρω κατά πόσο ισχύει.. πάντως το ποίημά σου είναι περιγραφικό ενός αξιοζήλευτου μεγαλείου, βαρύ, με την καλή έννοια, μια σύντομη αλλά τόσο περιεκτική ποιητική περιήγηση στην ιστορία! Καταλαβαίνω το ύφος του, έχει μια σοβαρότητα κι αν δεν ακούγεται υπερβολικό, μεγαλοπρέπεια, θα έλεγα, όπως ταιριάζει στο λαό που περιγράφει... | | |
Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο
|
|
|