| Μολόχας είναι
η προσεφκή, ολόμοια
με τη δικιά μου...
Μια μάλβα, ν' απαντήσει
ζητά των ηλιαχτίδων
τη δόξα, σαν ξεφέγγει...
Μα ένα γνέφι,
απρόσμενο, αν φτάσει
μ' ανέμι μπρούσκο,
γοργά θα τη σκεπάσει,
και ίσως την αρπάξει,
φοβούμαι, στον αγέρα...
Ποτάμι έχει,
αχ, ψυχωμό, ολόμοιον
με τον δικό μου.
Τ' αστάκι τ' σιγοψέλνει,
της θάλασσας τραγούδι,
πριχού την αντικρίσει…
Κι εγώ ο δόλιος,
χιλιόμετρα αλάργα,
από μια βάλη,
λέω σεβντά τραγούδι,
κι αλγώ, ποτάμι, πότες,
με θάλασσα θα σμίξει...
Του γρύλλου είναι,
το τρίξιμο, ολόμοιο,
με το δικό μου...
Στα σκότη, ξεχασμένος,
επίμονη, με πίκρα,
σέρνει φωνή τη νύχτα...
Κι εγώ ο έρμος,
ένα παιδί των ήσκιων,
ρωτώ, στη σκάρφη,
πότες θα φτάσει άλμπα,
αχ, να σταθεί το κλάμα,
σιγή να μ' αγκαλιάσει...
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|