| Μια σύρμα ξέρω,
π' από μαγούλα φτάνει,
τις σκιες βαστώντας,
από τα τσιροπούλια,
στο διάφανό της στέρνο,
με φτάσιμο αβγούλας...
Oργυάκι ξέρω,
που παίρνει το κατόπι,
τα νια κορίτσια
με γάργαρό του γέλιο,
το ξέθαμπο, σαν βγαίνουν,
τις μάλβες να μαζέψουν.
Αστάκι ξέρω,
κορίτσια που γυαλίζει,
και τους πλουμίζει,
τα σκήματα, που τόσο
γλυκά τα κολακέβουν,
όντας περνούν το γιόμα…
Μα, το βραδάκι,
ομίχλη κατεβαίνει,
απ' τη μαγούλα,
μες στη σιγανοσύνη,
και τα ρεβένια κρύφτει,
που σόδιαζαν τον ήλιο...
Και το οργυάκι,
από μαντέλο κάτω,
σταλής αντάρας,
λυγκιάζει πικραμένο,
στα παρακάλια μέσα,
για κοπελούδων βλέψη...
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|