| Τετάρτη πάλι, κι η ζωή φτάνει στη μέση
Τριγύρω ψάχνω αναπτήρα και κλειδιά
Το κινητό πάντα ανοικτό, είπες θα πάρεις
Τώρα μιλάω στην σιωπή κι ’ήρθε ο Φλεβάρης
Ότι με σκότωσε αρχίζει να μ’ αρέσει
Αυτό που είμαι μου ταιριάζει τελικά
Έχω αρχίσει να γυρνώ μες στα κανάλια
Λαθρεπιβάτης στου γυαλιού την εποχή
Η μοναξιά που μ’ ακουμπά δεν έχει χρώμα
γι’ αυτό στο τίποτα αντέχω λίγο ακόμα
Αυτούς που φύγανε για άγνωστα λιμάνια
πόσο τους ζήλεψα σαν έφτασε η βροχή
Βγαίνω απ’ το σπίτι, θέλω λίγο να ξεφύγω
κι ένας ζητιάνος με ρωτά για ένα τσιγάρο
Τριγύρω φάτσες με χαμόγελα θλιμμένα
κι ένα αμάξι με παράθυρα σπασμένα
Αυτός ο δρόμος πώς στενεύει λίγο λίγο
Στον ουρανό φτάνει μονάχα ένα φουγάρο
Γι’ αυτό η πουτάνα η συννεφιά δεν λέει να σβήσει
και τους γιακάδες μου σηκώνω μες στο κρύο
Μες στης πλατείας το ρολόι ο χρόνος τρέχει
γι’ όλους αυτούς που πια κανείς δεν τους προσέχει
Πάλι δεν πρόλαβες να πεις ούτε ένα αντίο
και δεν αφήνεις ότι μένει να μ’ αφήσει…
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 0 Στα αγαπημένα: 4
| | | | | | |
|