| Τις ημέρες εκείνες
που` χαν φύγει τα πουλιά
χρυσοπράσινο το φύλλο
του ματώναν τα κλαδιά.
Κι` όλα τα σκιάζε η φοβέρα
με φραγγέλια και λουριά
φίδια βγήκανε στις ξέρες
μαύρο ρούχο η λευτεριά.
Δέκα στρατηγοί μιλούσαν
που λατρεύαν το θεό
και στη μπότα τους πατούσαν
της ειρήνης το φτερό.
Η πλατεία ήτανε άδεια
κι` είχε πέτρες στο βουνό
κάγκελα, βαριά λοστάρια
για το έθνος το τρανό.
Κι` όλα τα σκιάζε η φοβέρα
με φραγγέλιο και λουρί,
χρυσοπράσινο το φύλλο
και μια μάνα καρτερεί.
Τις ημέρες εκείνες
που` χαν σβήσει τα φεγγάρια
ήταν τσούλα η ιστορία
και καήκαν τα γροθάρια.
Νόμος, τάξη, μαύρη μπότα
και στα χέρια το κερί
και η λυγερή σαν πρώτα
μαύρο ρούχο και λερή.
Δέκα στρατηγοί κινήσαν
οπλισμένοι όπως πάντα
και τα περιστέρια σβήσαν
όπως έπαιζε η μπάντα.
Στης ξερολιθιάς τη πέτρα
με τη γάτα στο σακί,
της ελευθεριάς η φαρέτρα
στου Λουντέμη τη γραφή.
Οδός αβύσσου αριθμός μηδέν
αντιλαλεί στ` αλώνια
κι` ήρωα, ήρωα όλοι λεν
το Μουστακλή αιώνια.
23-10-2023
Αδαμοπούλου Γεωργία
|
![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | | Στατιστικά στοιχεία | | ![](skin/images/spacer.gif) | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | ![](skin/images/spacer.gif) | | | | ![](skin/images/spacer.gif) |
|