| ΖΑΧΑΡΩΤΕΣ ΝΙΦΑΔΕΣ (Πέμπτη 7 Δεκέμβριου 2023)
Ξύπνησα αχάραγα, από μια φωτός δεσμίδα,
που μπήκε κλέφτικα απ’ την ανοιχτή περσίδα,
σχεδόν σαν όνειρο, σαν μυστική οπτασία,
μ’ έσυρε αργά, στα χρόνια μου, τα παιδικά,
στ’ ανέγγιχτο ήλπιζα κι έβαλα φαντασία,
βλέποντας γύρω μου τα πάντα μαγικά.
Πέταξα τα σκεπάσματα, έξω πήγα κι είδα
να μοιάζει ο κόσμος γιορτινός, σαν παραμύθι,
μέσα απ’ τα στήθη μου, πλημμύριζε η ελπίδα,
χαρά, αγάπη, κάθε στεναγμός μ’ αρνήθη’.
Σαν άλλος Χανς, κόντρα στου χρόνου τη ρυτίδα,
είπα στη Γκρέτελ «κοίταξε έξω, αδερφούλα !»
καθώς την ξύπνησα, σκουντώντας την, στον ώμο,
να σηκωθεί απ’ το ζεστό της κρεβατάκι,
να δει ζαχαρωτές νιφάδες στο σοκάκι
να πέφτουν, προκαλώντας ρίγη στην καρδούλα.
«Δες αδερφούλα !» είπα «απέναντι στο’ δρόμο,
τον Αϊ-Βασίλη, με βαρύ σακί στον ώμο,
μάλλον της Βηθλεέμ τον έφερε τ’ αστέρι !»
λυχνάρι του Αλαντίν στο χέρι του κρατά,
άφησε το έλκηθρο, απ’ τα σύννεφα πιο πέρα,
εκεί που η πιο ψηλή είχε φτάσει καμινάδα,
καβάλα ερχόμενος, σε μια ψαρή φοράδα,
«δες αδερφούλα ! από μακριά, μας χαιρετά !».
Είναι Χριστούγεννα, το δέντρο στο ξωκλήσι,
έχει κι αυτό, λογής ζαχαρωτά γεμίσει,
Χριστέ μου ! τι ομορφιά είν’ αυτή ; τι πανδαισία ;
ζαχαρωτές νιφάδες, γέμισε ο ντουνιάς,
είθε η κατάνυξη γιορτής, να βρει να φέρει
ευχές και δώρα στα παιδιά, γαλήνη, αγάπη στην καρδιά,
σ’ όλες τις θάλασσες, σ’ όλης της γης τα μέρη,
να γλυκαθεί η ψυχή, όσων νιώθουν μόνοι να ‘ναι,
να σβήσει η έχθρα, όσων με μίσος πολεμάνε,
ζαχαρωτός στ’ αλήθεια ο κόσμος μας να γίνει,
ν’ ανθοφορήσει η παγκόσμια ειρήνη.
Ενδομύχως, «άκουσε με αδερφούλα μου !
είμαι ο νους κι είσαι το αίμα, απ’ την καρδούλα μου !
μιας κι ανταμώσαμε σ’ αυτό το παραμύθι,
ή αν θέλεις στ’ όνειρο, ας πιστέψουμε σ’ εμάς !»
Χριστός γεννάται, επευφημούν τα γύρω πλήθη,
κόντρα στα σύνορα και στ’ άρματα του Ηρώδη,
οι μάγοι αρμέγουν λάμψη απ’ της φωτιάς τ’ αστέρι,
ηχούν χαρμόσυνες καμπάνες της χαράς,
ζαχαρωτές νιφάδες, άσπρες σαν το χιόνι,
γιόμισαν κάμποι, ρεματιές, βουνά και δρόμοι.
Αχ ! αδερφούλα, της καρδιάς, της σκέψης μου, αίμα !
έλα μαζί να ταξιδέψουμε παρέα,
στ’ όνειρο, στ’ άγνωστο, της λήθης παραμύθι,
να ‘χουμε, απ’ το παράθυρο του κόσμου, θέα !
αντί για χιόνια, στα πελάγη τ’ ανοιχτά,
κύματα αγάπης, σε νερά ζαχαρωτά,
εδώ που μας μαθαίνουν μόνο να μισούμε,
ν’ αντισταθούμε, ν’ αγαπήσουμε βαθιά,
κι αν στης φωτιάς την αγκαλιά, κρυφά καούμε,
αντί για στάχτη, αδερφούλα μου, να πούμε,
ν’ αποκομίσουμε απ’ αυτήν τη ζεστασιά.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 0 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|