Στις ιδέες, τους πόθους και τα οράματα, που –σε κάποια στιγμή αδυναμίας μας- θέλουμε να τα αποποιηθούμε… (σπουδή)
Φόρεμα ντεμοντέ.
Με σύρμα κι αργυρή κλωστή
δένω σφιχτά σε γράμματα / της τόλμης μου τα νάματα
που δεν ανοίχτηκαν ποτέ
χωρίς μια λέξη ν’ ακουστεί
βουβά οράματα / -για δες τι πράματα-
απίστευτέ μου εαυτέ !..
Κρυφά, ν’ αποχωρούν κοιτώ
γνεύσεις που δεν με νοιάζονται / και τώρα να αδειάζονται
αργά στης μνήμης το καρνέ
σαν να μαραίνεται φυτό
να ‘ξαναγκάζονται / να θυσιάζονται
ταλαίπωρέ μου εαυτέ !..
Και ρίχνω στον βαθύ γιαλό
στη μαυρισμένη θάλασσα / τα όνειρα που χάλασα
που δεν βοδώθηκαν ποτέ
και ‘μείναν μόνο στο μυαλό
σα δρόμοι άβατοι / και απαράβατοι
ανώριμέ μου εαυτέ !...
Βουβός τα στέλνω στο βυθό
με τ’ ασημί τους φόρεμα / σαν λησμονιάς το σπόρεμα
-κι ιδανικά μου ντεμοντέ-,
ελπίζοντας να κρατηθώ
στ’ ανεμοβόρεμα / μ’ αυτό το μπόρεμα
ανόητέ μου εαυτέ !
-.-