|
σαν πέφτει το βαθύ σκοτάδι
που κι οι ώρες χρυσοστέφανες θεές
η θάλασσα γλυκοφιλεί σε
το κύμα εδώ σε φέρνει
μες στον αφρό με τ’απαλό
φύσημα του ανέμου.
Μελένιο ένα χαμόγελο
στα χείλη σου γλυκοχαράζει
κι η ομορφιά λεμονανθός
τον πόθο όλο γεννάει.
Εσύ είσαι εσύ
εσύ θεά απανωτή
νυχτέρι του θνητού
θεού το πανηγύρι
μα ο τόπος είναι λίγος
μ’αδράχνει μέγα λάγγεμα
και πάντα μέσα μου είναι
στάζοντας κάτι αμίλητο
μέσα στα άψαχτά μου
που ξέχειλο πληθαίνει
το πήρα και πλημμύρισα
λαχτάρισα που η φούχτα μου ζυγιάζει
και την φωτιά και το νερό
τα μύρα σου τ’αλειμμένα
και τον πρωτόγονο καιρό
στο τρυφερό σου το κορμί
φαντασία
μα εκεί η ανάσα πνίγεται
στα σκοτεινά σαν τρέχει
βάφεται στα ευωδιαστά
μάγια της νύχτας μεγαλώνει
ερωτας
φανερώνεται άναρχος μπροστά
θόλωσα,λύγισα,άλλαξα
κι έσβησα κάθε σύνορο
κι έριξα κάθε τείχος
κι άδειασα ακέρια την καρδιά
φλόγα του πόθου
το αίμα μου σπονδή
και μίλησα,τραγούδησα
και με λαλιά υπερανθρώπου
εσύ για να μ’ακούσεις
Ξημερώνει στο έξω φώς
ξενύχτης και προσκυνητής
μπρός στην εικόνα σου γυρτός
ο κόσμος μου τρεμουλιαστός
απο τ’ανάβλεμά σου
όραμα ένα όραμα υψώθηκε
σήμερα πρωτοθώρητο
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|