| Άπλωσα τα δυο χέρια μου μες στης ζωής τα κρίματα.
Τραβώντας στα πέρατα, ζητώντας την αλήθεια,
την είδα σ`αθώα τρομαγμένα μάτια,
την είδα στο παιδεμό, κει που οι ψυχές λυγούνε.
Στα χέρια μάνας ορφανής με του Χριστού στεφάνι,
στο χώμα που ήταν τα κούτσικα, χωρίς χαράς χαμόγελο,
είχαν πληγές μωρά παιδιά στης μάνας τους το κόρφο.
Πληγώθηκα κατάστηθα, αίμα τρέχει η καρδιά μου
σ` ένα λειψό κομμάτι ψωμί,
μια χούφτα ρύζι σε δυο τσίγκινα πιάτα,
κατάχαμα στο χώμα,
Δεν άκουσα ωσαννά, αγγέλοι εδώ δεν ψάλουν, μήτε
παραμύθια ακούς, τα βράδια εδώ κρώζουν κουκουβάγιες.
Έρημα πουλιά, μικρά πουλιά σπουργίτια στο χαλάζι.
Είδα την πείνα που ήταν θεριό!!
τη δίψα που είναι θάνατος
μόνο ξερά, στέρφα πηγάδια
κολλούν τα χείλη και ταξιδεύουν οι ψυχές.
Παιδιά πεινούν, άκου θεέ
και φταίνε τα ανθρώπινα μας,
σάπισε η γη από καιρό
δεν στο είπαν πάνσοφε μου.
14-4-2024
Αδαμοπούλου Γεωργία
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 5 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|