| θα ξεχωρίζω
κάτω απο το επίχρισμά μου
σαν πίνω το άπλετο σου φώς
πως βαστάω καλά
να το πιστέψεις
το ανεξήγητο θαύμα
θλιμένη φάτσα του αοράτου
ρυτιδωμένη που απόκαμε
σαμπως άγγελος κρυφός
που γέρασε και πέταξε
μα ξαναγύρισε
και μην πείς
πως δεν ονειρεύομαι
σε συλλογιέμαι
στίχους λευκούς σου υφαίνω
και ακροβατώ
στους ατμούς της νοσταλγίας σου
στις οριζόντιες αχτίδες σου
που αγνοούν το αύριο και το χθές
και μένω στη γή
με τη χαρά και τη γαλήνη
των ανήξερων γιατί ξέρω
και ξεχειλίζω ως τα σύνορά σου
σ’όλο το μήκος των αχτών σου
που αμίλητος πια σ’αγναντεύω
κι ύστερα δίχως βία μεθάω
με τη γλύκα του μούστου σου
με τους κόμπους του μελιού σου
και βυθίζομαι τύφλα στο όνειρο
απ’το μπρούσκο το κρασί σου
απο τ’αρώματα των γιασεμιών σου
απο το μυστικό κρουνό της νιότης σου
κι απο το άλλο το πιο βαρύ
το τραγούδι σου
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 1 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|