Τις ώρες που οι ανάσες σταλάζουνε αργά
στην μέσα όχθη της καρδιάς γλιστράνε σκέψεις
προς τα φανάρια του ονείρου θες να τρέξεις
μα ο χρόνος κλείδωσε τα όρια …στα ρηχά
Σ άκρη χειλιών στριφτό τσιγάρο αναμμένο
κι η θύμηση σου αφηρημένα σεργιανάει
πάλι σφιχτά στα κρύα χέρια της κρατάει
της αγκαλιάς σου το πλεκτό …το ξεχασμένο
Ξεμάκρυνε ανύποπτα η φλόγα μιας αγάπης
σβήστηκε ο ήλιος της πριν έρθει καλοκαίρι
μάταια προσμένω πίσω ο αέρας να την φέρει
πικροί και δίσεκτοι καιροί …ζωής φευγάτης
Σκαλώνουνε τα βήματα στο τότε …πικραμένα
εκεί που σμίξαν τα κορμιά στο σταυροδρόμι
της νοσταλγίας άρωμα αχνά πλανάται ακόμη
ίσως …μια άλλη Άνοιξη θ ανθίζει πια για σένα