| [color=black][font=georgia]Αχνός ορίζοντας φθαρμένος απ’τα ‘λιάχτιδα
κι απ’τα στημόνια των ελικωτών ανέμων,
έστειλα αγγέλματα σφυρήλατα στο διάστημα,
μα το παγίδεψ’ ο ιστός των στρατευμένων
νεφελοδίνων, όπου σκέψη ένδημων μοιάζανε,
μα σα να υπάκουγαν σε χάσεις αρχαγγέλων.
Έπεσε λάβδανο - βροχή, δυο κρίνοι φύτρωσαν
κι ήταν ο μίσχος τους χαλκιός ,σαν παιδικάτο,
σαν το πρωτόφιλο οι πάγρες που το ίσκιωσαν,
κι έγινε πέτρα ουρανού - αστήρ διάττων.
Τα φυλλοφόρια του , λαμπριάτικα ασπρόρουχα
να μοσχαπλώνουν στις γωνιές των αθανάτων.
Μέλισσα αθίγγανη ,γητεύτρια ,ανθομάγισσα ,
ευθύς μου πάσχιζε κι αντάρριασε το χώμα,
κυψελομάνα να χορεύει ,μα τη ράβδισα,
με μια ικμάδα απ’του θυμού μου τον κυκλώνα
-το ψυχωμένο μεροπούλι μου αντιγύρισε-
"θεριό μου δάκρυο σε πνίγει μια σταγόνα."
Μια σαλαμάνδρα ,του πυρός αυτή ειμαρμένη,
μαβιά διχάλα της η γλώσσα , γλυκοσάλαγος
απ’τα χαλάσματα εκατέβει ως κρεμασμένη
η παρουσία της ,στη σκέψη μου παράδρομος.
Να εξαγνίσει τη χλωράδα μόνη διάλεξε
μα δεν αντέχει να ειν` η φλόγα ανθού διάκοσμος.
Γάτα βεβαία για την τύχη της εζύγωσε,
(για τ’αγγιγμά της τα μετάξια την φθονούσαν)
με τ’ακρονύχι το λαιμό του κρίνου πλήρωσε
το γυροπαίχνιδο 'που χρόνια καρτερούσα.
Λάγνα και ράθυμα τ’αγρίμι μου ψιθύρισε
"ματιά σου άλυτη , από πάντα λαχταρούσα."
Απ΄το χαμόγι του βυθού πάνω σ’αρμόσελο
γοργόνα , που `χε ανασεμιά τα μαϊστράλια
τραγούδι άρχισε να πλέκει μα .. Ανώφελο'
Τραγούδια είναι των υφάλων παρακάλια.
Τα κυμματόμαλλα συμμάζεψε και έφυγε
και έτσι δεν πήρε τον ανθό , στη μπλε βεντάλια.
*
Φαιδρός ορίζοντας σχημάτισε έναν γέλωτα
και μου επέστρεψε αυτά των αγγελμάτων:
" Κοίτα, κατήντησες ο φύλακας του έρωτα
κρίνων περίεργων , σε μια αυλή θαυμάτων..! "
Τότε , τα λόγια που `χα στείλει ευθύς θυμήθηκα..
“ Σκορπίστε άνεμοι ανθούς ! Μέχρις εσχάτων..”[/color][/font]
{ Α}
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 7 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|