| Νωχελικά πως βάδιζε στον κύκλο είπ΄ αιώνια
χιμαιρικά αλλάζοντας, ράθυμα, οι εποχές
μα κάποτε τρυπώσανε δαίμονες και τελώνια
και οι λέξεις που τον μέθαγαν του φάνηκαν ρηχές.
.
Κι είδε πολλούς γονατιστούς στο πυρωμένο χώμα
κι άλλους γοργά να σέρνονται, μα αγνοώντας που
να δροσιστούν ανοίγανε το διψασμένο στόμα
κρατώντας μονολιθικά κλειστό όμως τον νου.
.
Μεγάλο νέφος πάνω τους ήτανε καθισμένο
και για φαντάσου το πάνε, πως άλλως ουρανό
το μίσος έμοιαζε μ΄ αυτούς να 'ναι συνυφασμένο
για ότι κάπως διέφερε και για τον διπλανό.
.
Κι όλοι βαδίζανε μαζί τον δρόμο του θανάτου
και ένας προς έναν μπαίνανε σε μια πόρτα στενή
που κτήνη τους περίμεναν, μα με προβιά προβάτου
και που σε μια γιγάντια ωθούσαν μηχανή.
.
Τον δρόμο πήρ΄ ανάποδα για να τους αφυπνίσει
μ΄ αυτοί λέξη δεν άκουγαν τον λέγανε τρελό
κανέναν δεν κατάφερε ποτέ να ξεστρατίσει
να ακολουθούν τους ήτανε τους άλλους πιο απλό.
.
Κι ύστερα βρέθηκε μεμιάς μου είπε εδώ πέρα
σαν να ΄ταν ένα όνειρο, ή όνειρο ΄ναι αυτό
η ίδια όμως μυρωδιά πλανιέται στον αέρα
σαν σάρκα που σ΄ αχόρταγο πολτοποιούν τροχό.
.
Τρελός θα είναι σκέφτηκα κι έφυγα παραπέρα,
μα ένα ανατρίχιασμα ένιωσα στο κορμί,
μια μυρωδιά σαν ένιωσα και ΄γω την άλλη μέρα
κι αθέλητα η σκέψη μου πήγε στην μηχανή.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|