| Κάποιο σκουλήκι κάποια νύχτα πεινασμένο
τρύπωσε μέσα στο κεφάλι μουλωχτά
κι έτρωγε ανήλεα ότι ΄χα αγαπημένο
κι ούτε τα όνειρα λυπήθηκε, ούτε αυτά
.
κι έτσι όπως έτρωγε μου ήρθε να γελάσω
μα μ΄ ένα γέλιο παθιασμένο και τρελό
πέρασαν μήνες και ακόμα να ξεχάσω
μα έχω μάθει με τους φόβους να γελώ.
.
Γελούσα ατέλειωτα μ΄ εκείνα και με τ΄ άλλα
με την δική μου την βλακεία πιο πολύ
που τα μικρά τα είχα πάρει για μεγάλα
με την ''αλήθεια'' π΄ έμοιαζε όμως κουζουλή.
.
Πάει καιρός που στο κεφάλι κουβαλάω
ένα αδυσώπητο σκουλήκι, ένα θεριό
π΄ όμως ακούσια με κάνει να γελάω
μ΄ ότι ξοπίσω του αφήνει στο φευγιό.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|