| ΤΟ ΣΚΙΑΧΤΡΟ
Γεια σου σκιάχτρο – τι χαμπέρια
πρωί – βράδυ – μεσημέρια
δω μονάχος στο χωράφι
η ζωή σου πάει στράφι.
Σπάνια είν’ η δουλειά σου
–μέσα στην ανεμελιά σου–
και ενώ κοιτάς, δε βλέπεις
αλλά αυτό το επιβλέπεις!
Φοβερίζεις, ως σου μέλλει,
όσοι μπουν εδώ για μέλι (!)
Η μορφή σου να εκτρέψει
θέλει όποιον το ζηλέψει.
Όλα πάνω σου μια τρέλα,
γι’ αυτό δεν κρατάς ομπρέλα…
κι ούτε βρέχεσαι αν βρέχει
και το νοίκι σου δεν τρέχει.
Να φοβίζεις τον κοσμάκη
–με τη φάτσα σου φαρμάκι–
όμως δεν το καταφέρνεις·
– εκεί τα πόδια σου τα σέρνεις.
Μα αν τούτο καταφέρναμε
και από εδώ σε παίρναμε,
θα ’θελες εδώ και πάλι
να γυρνάς σ’ αυτό το χάλι;
Ξανά μοναχός δω πέρα
– μόνο για τον καθαρό αγέρα,
δίχως δράση και με θλάση
μες στην ίδια πάντα στάση;
Αν θα άλλαζες οικία,
– να διαμένεις σε πλατεία,
συ θα φόβιζες πολίτες,
να τους έκανες σαν πίτες.
Φοβισμένους, στα καλά τους,
και τα φυσιολογικά τους,
να φρενάρουν τις κομπίνες,
κι εσύ να ’σαι για το Γκίνες.
Κι έτσι κείνοι που δεν ξέραν
τι αρρώστια μέσα φέραν
θα ’ρχονταν στα συγκαλά τους
και θα φτιάχναν τα μυαλά τους.
Με αυτή την προσφορά σου
στην πατρίδα τη δικιά σου,
από εκεί που ήσουν χάλια
– στο χωράφι σου σμπαράλια
εδώ θα τρόμαζες τους ψεύτες
– θα τουλούμιαζες τους κλέφτες
και μετά δε θα ζητούσες
στο χωράφι να γυρνούσες.
Και θα είχες και το κύρος
που θα ήσουν ένας ήρως,
να σου βγάζαν το καπέλο,
να σου πέφτει το τσερβέλο.
Θα σου θέταν στέφανα τους,
από την πολλή χαρά τους,
κρατικοί και γαλονάδες
μέχρι και οι δεσποτάδες.
Τώρα πες μας, θες να μείνεις;
– είν’ η ώρα της ευθύνης.
Ή το θέλεις και μας σώνεις
ή εμάς μας χαντακώνεις.
Πες το ναι, πως θες να μείνεις
και πως συμφωνείς κι εγκρίνεις
να φοβίζεις τους κακούς μας,
τους απείθαρχους κι εχθρούς μας.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|