| Πλανιόσουν με ξυπόλυτες ελπίδες
πληγωμένες
που χόρευαν δακρύζοντας λυτρωτικούς
χορούς
καθώς αρχαίες μάντισσες κι ιέρειες
παρθένες
προλέγανε τα μέλλοντα με μαντικούς
χρησμούς
Στη Σαλονίκη αδιάκοπα τα φώτα
τρεμοσβήνουν
και σε πλανεύουν μυστικά, θολώνουν
τη ματιά
σε χρυσαφένια σύννεφα χανόσουν πριν
να γίνουν
τα όνειρα σου μπούρμπερη και στάχτη
στη φωτιά
Συνοδοιπόρος, γύφτισσας μοίρας,
που σε πενθούσε
τις νύχτες που σε τράβαγε η θλίψη
στη σιωπή
απόμερα κρυβόσουν μα εκείνη
ακολουθούσε
ξωπίσω σου βαδίζοντας σαν σε
Νεκροπομπή
Τι άραγε απόμεινε από τα βράδια εκείνα
στο Ντεπώ
που ανάβαμε φωτιές στην
παραλία
στην άμμο τη χρυσή γράφαμε
σ’ αγαπώ
καθώς ξεμάκραιναν στο πέλαγο και χάνονταν
τα πλοία
Συνοδοιπόρος, γύφτισσας μοίρας,
που σε πενθούσε
τις νύχτες που σε τράβαγε η θλίψη
στη σιωπή
απόμερα κρυβόσουν μα εκείνη
ακολουθούσε
ξοπίσω σου βαδίζοντας σαν σε
Νεκροπομπή.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|