| Διψάσαμε
για νερό
σε τούτο το ναυάγιο
και λαχταρήσαμε
ένα χάδι,
διψάσαμε
και κινήσαμε
μοναχοί
στου κόσμου
το τρισάγιο.
Διψάσαμε κι
ήταν ξέρες,
ξεράθηκε η μικρή μας
αγριελιά,
διψάσαμε,
ποθήσαμε
δυο καυτά
φιλιά.
Έγειρε ο βασιλικός
στη γλάστρα
και προσκύνησε
το ξερό μας
δενδρολίβανο,
δίψασε η αυλή μας
δίψασε το χώμα
δίψασε το
στερημένο μας το
στόμα.
Και βγήκαμε ψηλά
στον Αη Νικόλα
πάνω από την ανταριασμένη
θάλασσα,
ένα κερί ν` ανάψουμε
στη Παναγιά
Παντάνασσα.
Να βρέξει θεέ μου
ν` ανοίξουν οι ουρανοί
νερό να στείλουν
χάδι να στείλουν
φιλί να στείλουν.
Και προσμένουμε
να ποτιστεί η πλάση
διψάσαμε
και
στο λιοστάσι.
Μάσαμε λίγες
μαραζωμένες ελιές
που είχαν από
καιρό πεθάνει,
δεν τις θέλαν
πια οι άνθρωποι
ούτε για στεφάνι.
|
 |  |  |  |  |  | | Στατιστικά στοιχεία | |  | | Σχόλια: 1 Στα αγαπημένα: 0
| |  | | | |  |
|