| | κλεψυδρα
πίνω Ευθυροξ, γιατί έχω θυροειδή.
Έχω θυροειδή επειδή μου το δημιούργησε το Λίθιο.
Πίνω Λίθιο γιατί έχω μανιοκατάθλιψη.
Έχω μανιοκατάθλιψη λόγω — και — του χασίς.
Έπινα χασίς γιατί από μόνος μου δεν μπορούσα να είμαι χαρούμενος.
Δεν ήμουν χαρούμενος γιατί όλα τα έβλεπα μάταια
και τα έπαιρνα στα σοβαρά.
Όλα τα έβλεπα μάταια,
γιατί δεν μπορούσα να αποδεχτώ την καταδίκη του θανάτου.
Ο θάνατος υπερίσχυε της ζωής·
την κάλυπτε,
την αφομοίωνε.
Επιπροσθέτως, η αθεΐα μου
δεν μου έδινε καμμιά προοπτική ή ελπίδα
για κάτι καλύτερο,
κάτι άλλο,
μια συνέχεια μετά τον θάνατο.
Η συνειδητοποίηση της ιδέας
— από το κάτι να βρεθείς στο τίποτα —
με αναισθητοποιούσε,
με πάγωνε,
με τέλματωνε σε έναν κύκλο
που δεν οδηγούσε πουθενά.
Θρηνούσα από μέσα μου
γιατί δεν ήμουν ζώο
που έχει άγνοια κι είναι μακάριο στον μικρόκοσμό του.
Οι καθημερινές ανάγκες,
μπρος σε αυτήν τη λάβα αρνητικότητας,
πεσιμισμού και απόγνωσης,
ήταν ασήμαντες.
Δεν ήθελα να κάνω τίποτα.
Ποιος ο λόγος;
Για να μείνω ζωντανός;
Να επιβιώσω;
Κι άμα;
Αργά ή γρήγορα,
το μοιραίο περίμενε στη γωνία.
Και μετά: το τίποτα. Το κενό.
Η ζωή δεν είχε το παραμικρό νόημα.
Να γίνεις κάποιος;
Κάποιος μελλοντικός κάτοικος του νεκροταφείου — αυτό θα γινόσουν.
Όταν ήμουν πιτσιρικάς,
τούτη η γνώση με έκανε να ουρλιάζω σαν παράφρων.
Αργότερα, βέβαια, έφυγε το «σαν»
κι αυτή είναι η κατάληξη της ιστορίας.
Τώρα;
Ακόμα φρικάρω·
γι’ αυτό ακούω μουσική όλη μέρα
και γράφω
και πίνω τα ψυχοχάπια μου.
Δεν είμαι ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας,
αλλά ποτέ δεν ήθελα και να γίνω.
Ο θάνατος είναι πια λύση
κι όχι πρόβλημα.
Η ζωή — για τους φτωχούς, ηλίθιους, αδύναμους, άτυχους —
είναι μια κόλαση.
Οπότε ο θάνατος είναι ο παράδεισος:
ένας μεγάλος ύπνος που ξεκουράζεσαι για πάντα.
Ναι, ο θάνατος είναι φίλος.
Αδερφός.
Το να ακούω έναν βολεμένο, ευλογημένο
να μιλάει για τις χαρές της ζωής
με διασκεδάζει.
Η διαιώνιση του είδους
δεν είναι στις άμεσες προτεραιότητές μου
(χάρη θα μου χρωστούν τα υποθετικά παιδιά μου).
Το να εμπλακώ πάλι στον κοινωνικό ιστό
δεν είναι στις φιλοδοξίες μου·
στις παρυφές,
εκεί θα με βρεις:
στο περιθώριο.
Κανείς δεν με πέταξε εκεί·
εγώ επέλεξα να ζήσω.
Λένε πως οι άνθρωποι κατά 99% είναι ίδιοι.
Άρα οι λεπτομέρειες μας διαφοροποιούν·
οι αξιολογήσεις αναγκών,
τι θεωρείς πρωτεύον
και τι δευτερεύον.
Τελικά, δεν έχει σημασία πώς ζεις
αλλά πώς πεθαίνεις.
Μέρα με τη μέρα,
στιγμή με τη στιγμή,
κάποιοι προσθέτουν,
κάποιοι αφαιρούν,
δικαιολογίες.
Παιχνίδι να γίνεται.
Κανείς δεν έχει δίκιο
ή άδικο.
Το κοστούμι έχει ραφτεί στα μέτρα σου.
Ο ρόλος σου έχει γραφτεί
από τη συγκυρία και το τυχαρπαστο·
εσύ πρέπει απλά να παίξεις.
Η κλεψύδρα αδειάζει,
γεμίζει,
αδειάζει.
Αυτό το εσαεί
σε βάζει σε υποψίες:
Βρε, μπας κι ο θάνατος δεν είναι το τέλος,
αλλά μια ακόμα αρχή;
Ποιος ξέρει;
Και ποιος δίνει πια σημασία;
|
 |  |  |  |  |  | | | Στατιστικά στοιχεία | |  | | | Σχόλια: 0 Στα αγαπημένα: 0
| |  | | | | |  |
|