Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
132741 Τραγούδια, 271229 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

 Κλόουν…σαν πάντοτε
 "Παίρνει ο μορφονιός τη μπαλαρίνα και μονάχος τώρα ο κλόουν στη σκηνή" (Β. Καζούλης)
 
Αυτό που κάνει τους ανθρώπους, αγαπημένοι μου αναγνώστες, να ξεχωρίζουν από τα ζώα, είναι, κατά την προσωπική ταπεινή μου άποψη, η συναίσθηση της κατάστασής τους. Ότι δηλαδή, στον κόσμο αυτό ερχόμαστε μια φορά και φεύγουμε άλλη μία. Η γνώση του βέβαιου, επικείμενου θανάτου και αναμφίβολα, η αξιολόγηση των ευχάριστων στιγμών στη ζωή του καθενός…και φυσικά και των δυσάρεστων.
Για ένα είδος ανθρώπων στους οποίους δεν επιτρέπεται να έχουν αυτή τη συναίσθηση θέλω να μιλήσω απόψε. Γιατί, όποιος είναι κλόουν δεν έχει το δικαίωμα να φανερώνει τη λύπη του και πρέπει να λειτουργεί μονίμως σε συνθήκες δημιουργημένης και ψεύτικης ευτυχίας. Όσοι έχετε διαβάσει, ίσως, λίγα από τα παλιότερα γραπτά μου θα ξέρετε ότι έχω μια ιδιαίτερη άποψη για τη ράτσα αυτή των ανθρώπων, για τους οποίους νιώθω, μάλλον, κάποιον οίκτο και μάλιστα το έχω αυτό από πολύ παλιά, την εποχή ακόμα, δηλαδή, που πήγαινα στο τσίρκο. Πριν αντιληφθώ ότι το τσίρκο είναι αυτό που καθημερινά ζω γύρω μου και πως όλο αυτό που συμβαίνει σε μια στρογγυλή σκηνή κάτω από μια μεγάλη τέντα είναι, απλά, ένα καλλιτεχνικό πρόγραμμα. Θα σας πω, τώρα, την ιστορία ενός πολύ καλού μου φίλου που η μοίρα του τα έφερε έτσι και αναγκάστηκε για κάποιο μεγάλο μέρος της ζωής του να κάνει τον κλόουν σε κάποιο περιφερόμενο τσίρκο.
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να μάθει κανείς για αυτόν είναι πως ήταν χορτοφάγος. Δεν έτρωγε ποτέ, μα ποτέ του κρέας. Φυσικά, αυτή η επιλογή του δεν προερχόταν από κάποια ιδεολογική άποψη που είχε περί κρέατος, αλλά από μια τραυματική εμπειρία που είχε στη ζωή του για σχεδόν μια πενταετία, όταν από το πρωί μέχρι αργά το βράδυ, έψηνε σουβλάκια στη σχάρα σε ένα μαγαζάκι γρήγορου φαγητού. Είχε βαρεθεί εντελώς το κρέας. Δεν άντεχε να βλέπει σουβλάκια, πανσέτες και λουκάνικα. Δεν μπορούσε ούτε καν να περάσει μπροστά από τα μαγαζιά, σαν κι εκείνο που δούλευε. Η τσίκνα του κρέατος ήταν ό,τι χειρότερο για τη μύτη του. Από όλα αυτά που σας είπα, μπορεί να βγει ως τώρα ένα συμπέρασμα και μόνο. Ότι εμείς οι δύο ποτέ δε φάγαμε μαζί. Γιατί εγώ σπάνια θα κάτσω σε ένα τραπέζι από το οποίο απουσιάζει κάτι το οποίο έχει να κάνει με κρέας.
Όταν, λοιπόν, αποφάσισε πως δεν αντέχει άλλο σ’ αυτή τη δουλειά, ένας γνωστός του, του πρότεινε να πάει να δουλέψει στο τσίρκο, στο οποίο είχε ποσοστά, ως κλόουν. Στην αρχή δοκιμαστικά. Αν του άρεσε και τους έκανε θα καθόταν. Αυτή ήταν η συμφωνία που έκαναν. Ξεκίνησε, λοιπόν, να ταξιδεύει σ’ όλο τον κόσμο, δίνοντας κάθε βράδυ τη δική του ξεχωριστή παράσταση. Ήταν πολύ καλός στο νούμερό του και πάντα ενθουσίαζε τους θεατές. Πότε σκόνταφτε στα μεγάλα μοβ παπούτσια του, πότε του έπεφτε το φαρδύ λαχανί παντελόνι και φαινόταν το ριγωτό του σώβρακο, πότε πετούσε τρεις και τέσσερεις μπάλες στον αέρα, μιμούμενος τους επιδέξιους ζογκλέρ, αλλά φυσικά ποτέ δεν τις έπιανε και αυτές έπεφταν στο κεφάλι του. Άλλες φορές καθόταν σε καρέκλα που έσπαγε μόλις καθόταν, άλλες του ρίχνανε κουβάδες με νερό στο κεφάλι και καμιά φορά η κόκκινη περούκα του τιναζόταν στον αέρα μόνη της, με ένα μηχανισμό που ο ίδιος είχε εφεύρει.
Το κοινό ξεκαρδιζόταν στα γέλια, αυτός έκανε μια αδέξια ψευτοϋπόκλιση και μετά χανόταν στο τροχόσπιτό του. Δεκάδες άπλυτα πιάτα, διάφορα ρούχα πεταμένα από ‘δω κι από ‘κει και αυτός σε μια γωνιά, σε μια παλιά ασπρόμαυρη τηλεόραση. Χωρίς να έχει καν το κουράγιο να αφαιρέσει από πάνω του το μεϊκ απ, να βγάλει αυτή τη γελοία κόκκινη μύτη και αυτά τα σκισμένα ρούχα της δουλειάς του. Το ήξερε πως ήταν ο μόνος άνθρωπος που είχε την υποχρέωση την ώρα της δουλειάς του να δείχνει πως το απολαμβάνει.
Κατά τα άλλα η ζωή του ήταν πραγματικά μίζερη. Η δουλειά του μπορεί να μην φαινόταν, αλλά ήταν άχαρη. Εδώ και χρόνια τα ίδια νούμερα, τα ίδια χειροκροτήματα, τα ίδια γέλια και τα ίδια βλέμματα. Τα βλέμματα των παιδιών, που ποτέ δεν μπορούσε να κοιτάξει κατάματα. Τα παιδιά που του θύμιζαν τον εαυτό του, παλιά, όταν μαζί πηγαίναμε στο τσίρκο και γελούσαμε ελεύθερα, χωρίς να μας νοιάζει το αύριο. Χωρίς να μας απαγορεύει κάτι. Έπρεπε να δείχνει χαρούμενος, ενώ μέσα του ποτάμια κυλούσαν τα δάκριά του. Κάποτε του ήρθε να κλάψει στη σκηνή και φοβήθηκε πως θα χαλούσε το μεϊκ απ. Και πάντα αυτό το ίδιο άνοστο φαγητό που θα τον περίμενε αργότερα. Και το κρέας το σιχαινόταν…
Στα γράμματα που μου έστελνε μου έλεγε πως γνωρίζει σιγά σιγά όλο τον κόσμο. Πως έχει ταξιδέψει σε πολλές πολιτείες, όλες διαφορετικές μεταξύ τους, που πάντα, όμως, ο ίδιος ανακάλυπτε την κοινή συνισταμένη τους: τη θλίψη. Πόλεις βόρειες, θλιμμένες, που ήταν υπερβολικά ψυχρές ακόμα και για να κλάψει κανείς. Και το ταξίδι του συνεχιζόταν.
Μου έγραφε πως στο τσίρκο τους υπήρχε μια γυναίκα, η Σαμπίνε. Κόρη ενός Βιεννέζου, ανθρώπου του τσίρκου και μιας τσιγγάνας ρομ, που είχε γεννηθεί κάπου στην Ουγγαρία και ήταν μεγάλη ακροβάτισσα. Εκείνη η κοπέλα είχε ζήσει όλη της τη ζωή στο τσίρκο. Πρώτα, σ’ αυτό του πατέρα της, που ήταν από τα καλύτερα της Ευρώπης. Στη συνέχεια ο πατέρας της αρρώστησε βαριά και η επιχείρησή του άρχισε να μην πηγαίνει καλά. Τον καιρό που πέθανε, χρωστούσε, ήδη, σ’ όλο τον κόσμο. Η μάνα της, δεν μπορούσε να συντηρήσει μόνη της το τσίρκο και αποφάσισε να το διαλύσει. Μάλιστα, για να γλυτώσει από τα χρέη που της είχε αφήσει ο σύζυγός της, παρίστανε την τρελή, μέχρι που μπήκε σε ένα ψυχιατρείο κάπου στη Γερμανία, όπου είχαν ζήσει μαζί τα τελευταία τους χρόνια, ως οικογένεια, την εποχή της πτώσης του τείχους του Βερολίνου. Τότε η κοπέλα δεν ήταν ακόμα καλά καλά 15 χρονών και έπρεπε να ζήσει. Η μόνη ζωή που ήξερε ήταν η ζωή στο τσίρκο και αυτό έκανε. Μέχρι που τυχαία, βρέθηκε με το φίλο μου αυτό στο ίδιο τσίρκο.
Αυτή η κοπέλα ήταν γι’ αυτόν η μοναδική πηγή ευτυχίας. Όταν την έβλεπε όλα άλλαζαν μέσα του. Όταν του χαμογελούσε αισθανόταν ο πιο πλούσιος άνθρωπος της γης. Ήταν η μόνη που μπορούσε να τον κάνει να χαμογελάσει και κάτω από τη μάσκα του. Ήταν η μόνη που μπορούσε να κάνει τη μύτη του να κοκκινίσει φυσικά, από μόνη της και όχι εξ’ αιτίας ενός άθλιου πλαστικού περιβλήματος. Κάτω από τα φώτα του ψεύτικου τσίρκου την ερωτεύτηκε, κάτω από τα κεριά του τροχόσπιτού της τον άκουσε να της μιλάει τρυφερά, ερωτικά, τόσο πρόστυχα μα και τόσο αθώα, τόσο αυθόρμητα, σχεδόν με μια παιδική αφέλεια. Κάτω από το σκοτάδι του νυχτερινού ουρανού τη φίλησε και έσβησε από μέσα του όλο τον παλιό του κόσμο. Και απλά αφέθηκε στο δικό της. Της είχε πει πως θα έμενε για πάντα δίπλα της. Και αυτή του είπε πως τίποτα δεν κρατάει για πάντα. Της είπε πως την αγαπάει. Και αυτή του είπε πως η αγάπη είναι κάτι ουτοπικό και ονειρικό.
Λίγους μήνες μετά, η Σαμπίνε έφυγε. Ένας Γάλλος επιχειρηματίας έτυχε να δει μια παράστασή της. Αποφάσισε να την κάνει δική του. Ένα τραπέζι, μια γαλλική σαμπάνια και ένα ταξίδι για ένα Σαββατοκύριακο στη Μασσαλία. Η Σαμπίνε έφυγε. Ο φίλος μου, δε μου έχει ξαναγράψει από τότε. Καταλάβατε τώρα γιατί λυπάμαι τόσο τους κλόουν;


 Στατιστικά στοιχεία 
       Σχόλια: 8
      Στα αγαπημένα: 0
 
   

 Ταξινόμηση 
       Συλλογή
      Πεζογραφήματα
      Κατηγορίες
      Συναισθήματα - Εικόνες,Φιλοσοφικά
      Ομάδα
      Πεζά
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Εκτυπώσιμη μορφή
Μήνυμα στο δημιουργό
Σχόλια του μέλους
Αναφορά!
 
   

Μάλλον θα μείνω πάντα ιδανικός και ανάξιος εραστής...
 
Ευτυχία
21-10-2006 @ 00:05
μια πολυ όμορφη θλιμμενα τρυφερη ιστορια..
::smile.::
ΑΙΟΛΟΣ
21-10-2006 @ 00:25
Μου άρεσε φίλε Βίκτωρα… Δοσμένο όμορφα με τις μελαγχολικές αλλά και γλυκύτατες παραμέτρους…
Καλημέρα…
::smile.::
MARGARITA
21-10-2006 @ 01:26
Καλημέρα Βικ μην λυπάσαι...να συμπάσχεις ::wink.::
Αγνή
21-10-2006 @ 12:58
Η Sabine αποφάσισε να την κάνει δική του
ο άλλος.
Αυτό που λες με τα ζώα, είναι μάλλον ατυχές.
Πώς γνωρίζεις τι νιώθει ή σκέφτεται ένα ζωάκι;
Σε καταλαβαίνω που λυπάσαι....
Λυπήθηκα μαζί σου..


Ιουλιβέρτιος
22-10-2006 @ 18:31
...δεν είναι όλοι οι κλόουν το ίδιο. Οπότε, μπορείς να περιορίσεις τον πόνο σου μόνο στο συγκεκριμένο...
« Ακρόνειρο »
31-10-2006 @ 00:16
Ρε φίλε με ταξίδεψες τρομερά..
Ευχαριστώ!

Καλημέρα.
jenny
04-12-2006 @ 13:22
Poly oreo to kimeno su ke malista alithino.Ke emena i clowns mu fernun thlipsi ke ohi gelio.
ΓιΟΥΛΗ_Τ
08-01-2007 @ 18:32
Eμένα με γάμησες .. Με καθάρισες.. Γιατί είναι μια αλήθεια, πολύ σκληρή και βρίσκεται εντός μας και εκτός μας, τριγύρω μας αθέατοι στο κοινό μάτι.. Λατρεύω τους κλόουν, είναι τα πιο θλιβερά πλάσματα και συμψωνώ με την Μαργαρίτα.

Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο