| η μάνα κι ο πατέρας μέσα κοιμούνται,
έξω μόνο η υγρασία ανθίζει,
ντύνει με τρεχούμενα λάθη τα
-όσα απέμειναν απ’ τον πάγο-
φύλλα των δένδρων
και απ’ τα παρμπρίζ των αυτοκινήτων
δακρύζει σαν άπιωτο κρύο λευκό κρασί,
μες τα σκοτάδια αναβλύζει
απ’ τα χώματα,
ιώδιο κόκκινο πάνω στις δαγκωματιές,
διακλαδώνεται ταχύτατα
από κάτω μου
ως ο διφορούμενος ήχος
των διασταυρούμενων ποταμών
της ίδιας στερεότυπης καύλας,
της άηχης καύλας για σκοτάδι
που διαβρώνει ξανά και ξανά την άσφαλτο,
κατατεμαχίζει τη πίσσα
που με κρατά στέρεο,
κι οι πολιτείες της νύχτας,
αργά, υγρά,
με χύνουν,
η μάνα κι ο πατέρας μέσα κοιμούνται
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|