| [I][B]Το αληθινό ψεγάδι του μυαλού σου
δεν είναι άλλο απ'το γκρίζο της ματιάς σου
που λαμπιρίζει μές το δάκρυ της καρδιάς σου
σα φτυνιάρικο λαμπιόνι καραβιού που τρεμοπαίζει μές τη νύχτα.
Στο πέτρινο κι αδύναμο καρνάγιο ψάχνεις λιμάνι να φωλιάσεις
ενα ξεθωριασμένο μαύρο κρίνο.
Λυσομανά,φτερούγισμα ανέμου μπολιασμένο με αλμύρα και σκοτάδι,
και η μορφή σου μοιάζει με ναύτη που η βάρδια του μόλις αρχίζει και ξάφνου,
ξάφνου γελά με κλάμα η φωνή σου.
Να ξαποστάσεις δε θέλησες ποτές σου,
μονάχα πίκρες γιομάτες Θάλασσες φουρτουνιασμένες στ'απέραντο κενό κοιτούσες και μίσευες,
σε μέρη μακρυνά του σκουριασμένου σου φιλιστρινιού χλωμά τοπία.
Δακρύβρεχτα μελό,σπασμένα δόρατα,
Σειρήνες του Οδυσσέα,
φτηνοί κομπάρσοι,
δυό κούπες κόκκινο κρασί πάντα σε μέθαγαν,
και δυό άστρα φωτεινά σε συνοδεύουν.
Στο μαύρο ξεροβόρι μη μ'αφήνεις δεν θ'αντέξω,
λυγίζω σαν έρθει η αυγή και το σκοτάδι,
όταν τα φώτα σβήσουν χιλιάδες γιόμισε τούς ουρανούς μ'αστέρια.
Χρυσούς πορφύρες,
δυό χελιδόνια κι ενα μουράγιο προφταίνω μόνο για να δω,
κι εσυ κρυμμένη στούς Θεούς και τούς σωτήρες τι να προσμένω άραγε εγώ[/B][/I]
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|