| Η αρχή του δρόμου σε θαλασσινό μοτίβο
Σαν σκάει το κύμα στην ακτή
Μελαγχολία φέρνει νοθή
Αγκάθι που ένας άνθρωπος του κάρφωσε στην πλάτη
Σκοντάφτει κι ο Γουίλ με τα’ άσπρο του το άτι
Χίλιοι δυο πιστοί τα κύματα θαυμάζαν
Ποτέ, όμως, ποτέ τον εαυτό τους δεν δαμάζαν
Τη νεκρική πομπή του διπλανού αγνώστου
Στα άγραφα την έβαζαν και άντε πάλι δώσ’ του
Τη φυλακή μου τη χρυσή μαζί σας θα τη σπάσω
Στο ξεχασμένο μου όνειρο τρεχάλα και θα φτάσω
Θάλασσα, εμπόδια στον δρόμο μου μην βάζεις
Και συ αγάπη μου καλή να μην αναστενάζεις
Τώρα ήρθε η σειρά σου φίλε μου καλέ
Πειραματόζωο που ‘γινες σε κάποιο ατελιέ
Φτύσε τον ζωγράφο σου μπας και τον ξεπλύνεις
Λύσε τα δεσμά σου αιχμάλωτος μη μείνεις.
Εφόδιο για τον δρόμο που θα κάνω τον μακρύ
Τα μάτια θα θυμάμαι που μου ‘ρίξαν αστραπή
Που όπως και να τα κοίταζα θύμιζαν μέρα φωτεινή
Αυτά μόνο φτάνουν να με κρατήσουν στη ζωή
Μια μπόρα ηλεκτρική τα μάτια μας θ’ ανοίξει
Και τις μαύρες μάσκες μας εύκολα θα σκίσει
Ο λύκος ο κακός θα ξαναγίνει παραμύθι
Κείνο που το λέγανε του Αίσωπου οι μύθοι
(Μια προσμονή:
Ψυχή μου θάλασσα το ξέρω είσαι βαθιά
Στα νερά σου θα χαθώ τα ολογάλανα
Θα ‘ρθω να ψάξω τον παλιό γενναίο μου εαυτό
Να του γνωρίσω εκείνη.)
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|