[I][B]Περίληψη,[/B] για όποιον δεν έχει διαβάσει το προηγούμενο "Κένταυρος Χείρων":
Ο Ιάσων είναι γιος της εγγονής του Ερμή, Πολυμήδης και του Αίσονα.
Προκειμένου να προφυλαχθεί από τον ετεροθαλή αδελφό του πατέρα του
τον Πελία, που επιβουλευόταν το θρόνο της Ιωλκού, παραδίδεται στον Κένταυρο
Χείρωνα (αστερισμός Τοξότη).
Κοντά του μαθαίνει βοτανική, μουσική, εκπαιδεύεται στο σώμα και στο πνεύμα και
μετονομάζεται από Διομήδης σε Ιάσονα.
Ο Πελίας είχε λάβει χρησμό πως θα έχανε την εξουσία από έναν μονοσάνδαλο.
Η Ήρα παριστάνει τη γρια που θέλει να περάσει τον Άναυρο ποταμό.
Ο Ιάσων χάνει το αριστερό σανδάλι... και συναντά το βασιλιά Πελία
ο οποίος καταλαβαίνει πως επαληθεύεται ο χρησμός...
Στο προηγούμενο ποίημα παραδίδοντας η Πολυμήδη το βρέφος υποκρίνεται πως θρηνεί
για το θάνατό του αλλά στην ουσία λυπάται που το χάνει από κοντά της.
Ο Ιάσων κατεβαίνει ξανά στην Ιωλκό...
...είκοσι χρόνια μετά...[/I]
[B]Π[/B]ολυμήδη, το κλάμα σου κι αν έμοιαζε θρήνος
γλυκιά μες το στήθος ήταν παρηγοριά
ο Ιάσων ο γιος σου εικοσάχρονος θρύλος
στη ζεστή σου γυρνάει μητρική αγκαλιά.
Με χαρά και ζωντάνια την πλαγιά κατεβαίνει
λεοπάρδαλης ρίχνει στους ώμους προβιά
στο γοργό πέρασμά του τ’ αγρίμια μαγεύει
με δυο δόρατα σχίζει τους φραγμούς και περνά.
Το βλέμμα της Ήρας καταλαβαίνει
που ανήμπορα σκύβει, τρυφερά της μιλά
πιο πέρα απ’ την όχθη στους ώμους τη φέρνει
του χειμάρρου η λάσπη το σανδάλι κρατά.
Απ’ του Πηλίου τα βουνά στης Ιωλκούς τον κάμπο
μοιραία ώρα συναντά το άρμα του βασιλιά
ο μονοσάνδαλος βαρύ χρησμό θα του θυμίσει
τον τρόμο κρύβει στην καρδιά και πονηρά ρωτά:
«Ξένε, ποια η πατρίδα σου και η ποια είν’ η γενιά σου;»
Ανυποψίαστο παιδί, αμέσως απαντά…
«Γυρνώ για το βασίλειο της Ιωλκούς το θρόνο
που ανήκει στον πατέρα μου, στου Αιόλου τη γενιά…»