| Βράδυ… Νύχτωσε πάλι…
Το σκοτεινό κενό της ατμόσφαιρας θα καλυφθεί με ατίθασες αχτίδες ασημένιου φεγγαριού, διαπερνώντας τις καλοπλεγμένες ίνες των υφαντών που καλύπτουν τα παράθυρα και μου κρύβουν, με την συγκατάθεση μου πάντα, τον κόσμο… Υφαντά που πλέχθηκαν από φαντασμένες αράχνες και παρανοϊκές πεταλούδες και που τις πότισαν με πνοή οι χαριτωμένες νεράιδες του Σκοτεινού Βασιλείου… Μόνο ύποπτα θαρραλέοι άνεμοι τις παρασέρνουν σε ένα τολμηρό λίκνισμα… Μα αυτή είναι η μοναδική κίνηση στο χώρο…
Η υπόλοιπη φύση του κόσμου μου μένει ασάλευτη… Κρεμασμένοι μαύροι γλάροι και κόκκινα κοράκια έχουν τα μάτια τους καρφωμένα στους σπασμένους καθρέφτες πίσω από τους μισογκρεμισμένους τοίχους… Και απλά κοιτάζουν άψυχα… Τίποτε άλλο…
Στη γωνία, στη μεγαλύτερη δυνατή απόσταση από τα παράθυρα, στέκεται σαν φρούριο ένα καλογυαλισμένο σιδερένιο κρεβάτι, καλυμμένο με διαφανείς κουβέρτες και υγρά, πάντα υγρά, μεταξένια σεντόνια. Οι σιδεριές του κρεβατιού αποτυπώνουν το φεγγάρι και μεταφέρουν στα μάτια μου το ζωογόνο σεληνόφως που γυαλίζει τα μάτια μου και, κάποιες φορές, με βοηθάει να κοιμηθώ, χωρίς να βλέπω όνειρα…
Απέναντι ακριβώς απ’ τα υφαντά, σαν παρατηρητής, μια υπεραιωνόβια ντουλάπα… Σημάδι του μεσαίωνα η κορμοστασιά της, με ύφος ήρεμης επιβλητικότητας το βλέμμα της. Ποτέ δεν έμαθα πως βρέθηκε εκεί… Και γιατί… Αιώνες αχρησιμοποίητη φάνταζε το πιο αναγκαίο έπιπλο του χώρου… Μα δεν ήταν… Ποτέ μου δεν είχα ρούχα… Ούτε παπούτσια… Ούτε σκέψεις… Ούτε όνειρα… Αιώνια αδειανή, μα έδινε την αίσθηση ότι ήταν ασφυκτικά γεμάτη…
Σήμερα το βράδυ ο χώρος έχει κίνηση… Όχι από τους ανέμους, όχι από τους γλάρους… Μια κίνηση ανεπαίσθητη, μα βίαιη, πολύ βίαιη, χωρίς ήχο, χωρίς αισθήσεις… Την αφουγκράζομαι τυλιγμένος μέσα στις διαφανείς κουβέρτες μου και τρέμω…
Το ένστικτό μου μου ουρλιάζει πως σήμερα μέσα στη γερασμένη ντουλάπα μαζεύτηκαν όλες οι φοβίες του κόσμου και ασφυκτιούν… Τρέμω, και τρέμω περισσότερο που δεν μπορώ να τις ελευθερώσω… Η κλειδαριά κολλημένη, το κλειδί χαμένο από πάντα και οι μεντεσέδες μάζες από σκουριά…
Θα κάνω ό,τι μπορώ… Θα τρέξω όπως όλοι οι δειλοί και θα προσπαθήσω να ελευθερώσω τις φοβίες όλου του κόσμου, να τις αντιμετωπίσω… Ναι, έχω το θάρρος να το κάνω γιατί ως δειλός δεν το έκανα ποτέ με τις δικές μου…
Στέκομαι χλωμός απέναντι στη ντουλάπα… Το σεληνόφως ρίχνει τη σκιά μου πάνω της… Μια ματιά από την κλειδαρότρυπα…
Το θέαμα αποτρόπαιο… Λευκό ακατέργαστο μάρμαρο φόβου όλη μου η υπόσταση… Η άλλη άκρη της κλειδαρότρυπας με συγκλόνισε… Ένα μάτι, κατακόκκινο, μαύρη κόρη της αβύσσου, να ξερνάει δάκρυα τρόμου πάνω στην κλειδαρότρυπα, μέσα στο δικό μου μάτι… Σατανικό ερυθρό μάτι, κάτοχος του ο Αέναος Δαίμονας που κατοικεί μέσα στη ντουλάπα…
Μα τρομοκρατημένος… Περισσότερο από μένα… Φοβάται μην ανοίξω την ντουλάπα… Φοβάται μην σκίσω τα υφαντά… Τρέμει κι αυτός τον κόσμο έξω από τα παράθυρα…
Ηρέμησε Δαίμονα… Γαλήνεψε…
Δεν θα σου βιάσω τον κόσμο σου…
Δεν θα ανοίξω τις πόρτες της ντουλάπας σου… Δεν θα σκίσω τα υφαντά… Ούτε εγώ μπορώ να αντικρύσω το φεγγάρι… Μείνε εδώ… Συντροφιά…
Έτσι κι αλλιώς μόνο μεταξύ μας καταλαβαινόμαστε…
Το μόνο που μπορούμε να κάνουνε είναι να βάλουμε φωτιά στα πεθαμένα μας κεριά…
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 8 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|