| Είναι παντού. Δεν τον βλέπεις αν κοιτάξεις κατευθείαν, μόνο με την άκρη του ματιού σου. Ή έμμεσα αλλού. Τον βλέπεις στις νταλίκες στην εθνική, όταν οδηγείς με το αυτοκίνητο, τον βλέπεις στις λαμαρίνες των αυτοκινήτων όταν οδηγείς τη μηχανή στο δρόμο, στην άσφαλτο, στο τσιμέντο, στα κομμένα τα δέντρα, όπου κι αν κοιτάξεις. Να χαμογελά με τα άσαρκο χαμόγελό του και να γνέφει, καβάλα πάνω στη σαραβαλιασμένη μηχανή του.
Αλλά εκεί που είναι πιο τρομαχτικός είναι σαν τον δεις να καθρεφτίζεται στα βλέμματα. Σε κείνα του πλήθους, και πιο πολύ ακόμα σε κείνα των φίλων, του ανθρώπου σου, όταν τον ακούς μες τη φωνή τους.
Μη φοβάσαι όμως, δε θέλει τα σώματα, μόνο από βαρεμάρα ή και από ζήλια τα παίρνει καμιά φορά, όταν παραχορτάσει.
Απ τα συναισθήματα τρέφεται, τα χρώματα. Το κόκκινο του θυμού, το κίτρινο του φθόνου, το μαύρο της απελπισίας, αλλά πιο πολύ απ το γκρίζο. Εκείνο της παραίτησης. Αυτό που είναι πια παντού. Αυτά τον θεριεύουν και χαμογελά όλο και πιο αστραφτερά, όλο και πιο πλατιά. Και ταξιδεύει καβάλα στην απληστία του αναζητώντας κι άλλα.
Απ τις ψυχές που σαπίζουν μέσα σε περιφερόμενα κορμιά τρέφεται στ αλήθεια. Από κείνες τις ψυχές που έχουν χάσει κάθε ελπίδα, που δεν έχουν πια όνειρα, που τα παρατάν.
Μόνο την πάρτη τους και καλά θέλουν να βλέπουν και το να μη δώσουν τίποτα αν δεν σιγουρέψουν πως θα το πάρουν στα «ίσα» αν όχι στο πολλαπλάσιο. Και τίποτα δε φτάνει. Λες και το συναίσθημα, λες και η αγάπη έχει να κάνει μ αριθμούς και με εξισώσεις.
Και κείνος ακόμα γελά.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|