| Άσπρα είχε τα σπίτια χαμηλά, χτισμένα σε σειρά
Και τα παράθυρα πλατιά, στη λιακάδα ανοιχτά.
Με περιβόλια ολόγυρα ηταν στεφανωμένη
Πυκνές αμάραντες οι φυλλωσιές τη φύλαγαν κρυμμένη.
Μυριάδες χρώματα,αρώματα,πνοές περαστικές
Σμίγαν στους κήπους στις αυλές με των πουλιών τις ψαλμουδιές.
Μεθούσε τ’αγιόκλημα,τα γιασεμιά έστηναν πανηγύρι
Και γιόμιζε η γειτονιά λιγοθυμιές και ρίγη.
Μπρός στη μεγάλη κι άχραντη ομορφιά
Τα ντέρτια και τα βάσανα μας φαίνονταν μηδαμινά.
Ξέγνοιαστη η ζωή μας το τέμπο της τραβούσε
Της νιότης μας η πυρκαγιά ασβυστη αγρυπνούσε.
Κάθε βραδιά μες στα στενά,στ’απόμερα καντούνια
Βόλτα κι αγκαλιά,σερενάτες και τραγούδια.
Αγαλλιασμένοι τραγουδούσαμε το κόσμο που θαρθεί,
Τον έρωτα που δίνει λαχτάρα στο κορμί.
Μα φύσηξε πικρός βοριάς,βαρύ έπεσε κρύο,
Μαύρη μπόρα ρήμαξε τ’άφραστο τοπίο.
Σ’ανήλεο το έριξε τρομαχτικό σκοτάδι
Κι από το μεγαλείο του δεν έμεινε σημάδι.
Γειτονιά παλιά αγαπημένη,θύμηση παντοτινή!
Άπονοι ξένοι, δολεροί, σου αλλάξαν τη ψυχή.
Τώρα, μάταια μας μοιράζεις χαμόγελα αδειανά
Έγινες σκλάβα πια,ενός ατέλειωτου βραχνά.
Σε μια γειτονιά της Αμμοχώστου ύστερα απο πολλα χρόνια.(Απριλλης 2003)
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|