|
ΜΗΝΥΜΑ ΕΙΣ ΕΝΟΙΚΟΥΝΤΑΣ
Έρχονται την νύχτα ανάλαφροι, όπως ανάλαφροι είναι οι άγγελοι. Κλείνουν τα λογιστικά βιβλία, σταματούν τον χρόνο και τις παλιές παραβολές αρχίζουν.
Το πρωί καρφώνω σημαιάκια στους δρόμους μη χαθώ και στέλνω γραφές στους ενοικούντες στα ερείπια των πρώτων οραμάτων.
Γραφές που ενίοτε γυρίζουν πίσω: «Μετώκησε χωρίς ν’ αφήσει διεύθυνση». Κι ακόμα πιο τραγικά: «Απεβίωσε λυπημένος». Στους άλλους δεν γράφω. Λέω, όσους έφτιαξαν ένα σπιτάκι και είπαν «καλά είμαι εδώ».
Φοβάμαι μήπως πουν πως έμεινα πίσω, αδιόρθωτος, και δεν βλέπω πόσο τα πράγματα έχουν αλλάξει. Έχουν αλλάξει; Εγώ όταν κάνει κρύο, κρυώνω. Όταν κάνει ζέστη, ζεσταίνομαι. Κλαίω, όταν βλέπω να σκοτώνουν τους ανυπεράσπιστους και εξεγείρομαι , όταν με κοιτάζουν τα τεράστια μάτια των πεινασμένων παιδιών. Έχουν αλλάξει τα πράγματα επειδή κάποιοι βολευτήκαμε;
Σ’ αυτούς δε γράφω. Μέχρι να με ξεχάσουν.
Σ’ όσους όμως μένουν χωρίς να φθείρονται στέλνω μποτίλιες με μηνύματα καλώντας τις αρχαίες φωνές να υψωθούν «αρνιόμαστε να γίνουμε τροφή για τα σκουλήκια» να πουν.
Είναι που έρχονται τις νύχτες ανάλαφροι και μαζί τους έρχεται και ο Αντόνιο, αυτός ο ραχιτικός πρόγονος μου από τη Σαρδηνία…
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|