| καράβι πλασμένο απο μπετόν
γεμάτο τρύπες σαν τυρί για ποντικούς
μα ο καπετάνιος με τα δάκτυλα τις κλείνει
και καλπάζει σαν άσπρο άλογο σε μαύρο ωκεανό
σύννεφα βροχές ανέμοι δεν τρομάζουν
όπως δεν τρόμαξε κι ο Έκτορας στην Τροία
ήξερε πως κρατούσε μονό δόρυ
μα απάνω θα μπορούσε να περνούσε χιλιάδες δυο νεκρούς
κοιτάξε που οι ναύτες του σαλπάρουν
σ'ένα ταξίδι χωρίς τελός κι αρχή
μα απ'το μεθύσι δεν του σκίαζει ο ιδρώτας
που τρέχει απ'το ψύχος που επικρατεί
πως μπόρεσες μες το χασίσι να σαλπάρεις
πως μπόρεσες και έριξες τα τείχη απο γυαλί
που μοιάζανε τόσο εύθραστα όπως η καρδιά ενός ευαίσθητου ποιητή
μα χίλιες μέρες κτύπαγες για να ραγισεί και να κάνεις την αρχή
σ'ένα καράβι τώρα πια πιωμένος
έχω μεθύσει απ'του ανέμου τ'αλκοολ
μοιάζει ο στόχος μου τόσο χαμένος
μα ξέρω θ'ανταμώσω θαυματά ως που να βρώ στο βάθος λιγο φώς
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|