| Έρχοντ’ ώρες που
ν’ αγγίξω θέλω το «παντού»
και να γδυθώ την ύλη του φθαρτού πηλού
μ’ ελαφριά ψυχή
από τα «πρέπει» και τα «μη»
να πάω εκεί που απαγορεύει το κορμί
σ’ έναν ουρανό
να αγγίξω τον Αυγερινό
και να λουστώ με φως καθάριο αυγινό
ή σε μια σπηλιά
κάτω απ’ τη θάλασσα βαθιά
να κολυμπήσω μες τα υφάλμυρα νερά
όμως τι να κάνω που ειν’ το σώμα μου παλιό
φτερά δεν έχω και δεν ξέρω να πετώ
που η φωνή μου βγαίνει σαν από ορυχείο κενό
σαν σκουριασμένη προσευχή στον ουρανό
έρχοντ’ ώρες που
να πάω δεν ξέρω κατά πού
που με τυλίγουν κάτι σύννεφα καπνού
και που δεν μπορώ
να βρω στις στέρνες μου νερό
όσο βαθιά στο στήθος μου κι αν εισχωρώ
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|