Κουπέ ενός τρένου εν κινήσει. Πόρτα και παράθυρο κλειστά. Στο μισοσκόταδο, ο Μπλούμεμπεργκ, με σκούρα γυαλιά, διαβάζει ένα βιβλίο γραμμένο σε γραφή Μπράιγ. Κρατάει στο χέρι ένα μπαστούνι και μια βαλιτσούλα.
[B][I]Είμαι του απότομου γκρεμού
μία χαράδρα
είμαι μια πέτρα
που χορεύει στη βροχή
Χωρίς ελπίδα
και προπληρωμένα ναύλα
εκεί ταξίδεψα
για πάντα τη ψυχή
Δεν είμαι ο ξένος
που συνάντησες τυχαία
σε κάποιο τρένο
και σε πήρε μακριά
είμαι ένας άνθρωπος
που έκανες παρέα
μια ευκαιρία που είχες δώσει στην καρδιά
Σε κάτι άγονες πατρίδες
κι υποσχέσεις
τέλειωσαν σχέσεις
που δε βγάζαν πουθενά
δε ξαναγύρισα
στις εύκολες ανέσεις
με ροδοπέταλα
δε γέμισα κενά...
Δεν είμαι ο ξένος
που σου έκλεψε αγάπη
είμαι ένας άνθρωπος απλός που σε πονά
ποτέ δεν έπαψα να είμαι οφθαλμαπάτη
μα ήθελα πάντα να υπάρχω σαν σκιά...
Παρα πολυ καλο Ηλια!!!!
το θεμα, ο ρυθμος του, ολα..
Το εχεις μελοποιησει ή ακομα?
Αν οχι καντο, γιατι ειναι σα να το ζηταει..
Φιλια και τα λεμεεεε ::smile.::