| Βαρύ σκοτάδι έπεσε στιε νύχτες του Οκτώβρη
έτσι πάλι σώπασε της μνήμης μου ο λόγος
η πόλη ατέλειωτη τη θάλασσα γυρέυει
της μέρας έμεινε στερνό σημάδι της ο φόβος
Το είδωλο σου τρέμει στο γυαλί
τρέμει θεούς που μέλλονται στο άυριο να σβήσουν
πλάσματα σε προσευχές που δέσμια καρτερούνε
την ψυχή σου να ρημάξουνε τα χέρια τους να λύσουν
Δρόμοι τρέχουν πάνωθε μας και ο χρόνος παγωμένος
ζητήσαμε για κέρασμα τη μαύρη μας τη νιότη
πήραμε για αντίκρυσμα το θόλο του ουρανού
του θεού χτίσαμε με σάλπιγγες την πλάτη
Με μάγεψε η γύμνια της ζωής
όταν την έντυσες στα μαύρα σου τα πέπλα
δίχως τη μάσκα κάθισε νωρίς
για τσιγάρο και καφέ στην απέναντι καρέκλα
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 1 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|