|
| Χοές | | | Εις μνήμην Θέμη Τασούλη (1936 - 26/01/2008) | | [B]Απο τους τάφους σας παίρνω δύναμη.[/B]
Απο τους γυμνούς σταυρούς, με τα σβησμένα ονόματα.
Καμαρώνοντας, που μπορώ να τους ατενίζω,
έχοντας στα χείλη
μια συγνώμη, ένα λυπάμαι, ένα ευχαριστώ.
Ξεδιψάω, απο χοές που τους ποτίζουν οι γυμνές σκιές,
αυτών που δεν ξέρουν ότι τους απευθύνεσθε.
Κοινοί θνητοί, περικυκλωμένοι
απο κουκουλοφόρους Βενεδικτίνους.
Χορταίνω, απο το τρυφερό χορτάρι
και τις άγριες τσουκνίδες,
που σκεπάζουν το σώμα σας, το χώμα σας.
Πάνω τους πατούν, μικρά παιδιά.
Η αθωότητα τους θα φαρμακώσει,
ότι σας κρατάει απο την Ανάσταση.
Ανασαίνω, τον καπνό ενός Αρχαίου Συρμού,
που περνάει μέσα μου, μέσα σου,
με ώρα αναχώρησης ένα καθάριο βλέμμα,
ώρα άφιξης ένα δάκρυ,
προορισμό την παντοτινή αναζήτηση
και διαδρομή, ένα χαλικάκι απ' τον σταυρό σας.
[B]Απο τους τάφους σας παίρνω δύναμη.[/B]
Εκεί βυθίζομαι και αμέσως υψώνομαι.
Τόσο ψηλά, που η υποκρισία δεν με φτάνει πια.
Και το όνομα μου, δεν έχει καμμία σημασία.
Έχει αρχίσει να σβήνεται..
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
| Αρρώστησα κι απόκαμα, σ΄ αυτό το συννεφόκαμα... | | |
|
Συννεφόκαμα 27-01-2008 @ 12:34 | Κοιμήθηκε ο ποιητής Θέμης Τασούλης, το πρωί της 26ης Ιανουαρίου 2008
Ακόμη
Τα πρωινά σχεδόν σαν σκέψη
κι οι άνθρωποι της εποχής μου
Που διώχνουν με φωνές τον αέρα,
να μην τους παρασύρει, μην τους αλλάξει ο καιρός
για να βλέπουν ακόμη
τα ρόδα να σφάζουν το χρόνο
το σκοτεινό κάλεσμα της ζωής, τις νύχτες
να παίρνουν την σκόνη των εικόνων απ΄ το μυαλό μας.
Για ν΄ αγγίζουν
τις παπαρούνες που ανοίγουν να περάσει η άνοιξη
ανάσες της σιωπής στους ξαφνικούς κελαηδισμούς
βατόμουρα παιδιά των αγκαθιών
να παίζουν το αιώνιο παιχνίδι της θλίψης.
μας λέει ο καιρός.
.
Αλλά οι άνθρωποι της φυλής μου
διώχνουν με βρισιές τον αέρα
να μην τους παρασύρει, μην τους αλλάξει ο καιρός
για να βλέπουν ακόμη
τοπία του σώματος τους σιγανά
τοσ΄ ανθισμένα , τόσα τραγούδια
τα χέρια τους στις δροσερές φωτιές των μαρμάρων, νερά
που πέφτουν κι αφρίζουν τ' άσπρα τους λουλουδάκια.
Ποιμένες ακόμα του εαυτού μας
ακούγοντας τα χρώματα της Ίριδας
τ΄ αγριολούλουδα ψάλλοντας αθώα χαρά.
Αριστεύει και φέτος ακόμη η ομορφιά.
Χλωμή απο δειλινό
μια βάρκα ανθίζει νυχτολούλουδο τη θάλασσα.
Θέμη Τασούλη
http://www.diapolitismos.gr/epilogi/about.php?id_atomo=218 | | justawoman 27-01-2008 @ 12:35 | Είναι υπέροχο και ειδικά οι τελευταίοι σου στίχοι. Η Αθανασία -πρόσκαιρη- βρίσκεται στη μνήμη των ανθρώπων που μας αγάπησαν, λέει ο Κούντερα. Ελάχιστοι μένουν στη μνήμη περισσότερων ανθρώπων.
Σε εξαίρω Συννεφόκαμα που τιμάς έτσι την ποίηση έστω και σ' αυτό το μικρό τόπο που τη φιλοξενεί
Ας μου επιτραπεί νη παρουσίαση ενός από τα τελευταία του θανόντα
Όλα που χύνονται στο μαύρο απαλά
Κείθε το πέρασμα λευκό του σκοταδιού
Όπως το είχε περιγράψει ολόϊδιο η ψυχή μου.
Σαν κάλεσμα νερού απλωμένο σ’ αλλόκοτο χρόνο
στις παράλληλες της σιωπής
και σ’ άλλα που’ ρχονταν βιαστικά με χειμώνα.
Καρφωμένος πάνω στ’ αδιάφορο γαλάζιο
ανάμεσα από μαδέρια κι’ αξίνες στο χώμα, καρφιά,
όλα πλέοντας μουσικά,
σ’ ένα πρωί ή ένα απόγευμα θα’ ταν με μένα
- αφού έτσι κι’ αλλιώς
ο χρόνος όλος είναι μια θάλασσα –
ξυλιασμένος πάνω στη χλόη, τα κομμένα λουλούδια,
είδα τα δάκρυα, την ξεραμένη γλώσσα,
όλα που χύνονται στο μαύρο απαλά,
στο ξεκίνημα των φυτών, των νερών, της καρδιάς μας.
Κάτι σαν να με πήγαινε μες στον αέρα ακτινωτά ·
ξεχύθηκα, γύριζε ένας χειμώνας
με χιονισμένους λύκους, φαλακρά παιδιά
κι’ έσβηνε η φλόγα π’ άφηνε απαλά
στον παγωμένο ουρανό την μιλιά μου.
Πάνω στα χώματα που’ χαν μουλιάσει
για να κοιμάμαι βαθιά,
ήρθε και χτύπησε η καρδιά μου
στη δική σου.
Τασούλης Θέμης | | |
Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο
|
|
|