| [B]Μέρος 10ο [/B]
καλά θα το πιόμε όταν γυρίσεις της είπε η μάνα μου και πήρε την μικρή Δήμητρα στην αγκαλιά της.
Απογευματάκι ήταν, η μικρή πειράζει τα Γένια μου και γελούσε και η μάνα μου από την άλλη της έδινε μπισκότα .
Έλα έλα να σου πω ένα παραμύθι για νεράιδες μικρούλα της είπε: άρχισε πάλι το μυαλό μου να τρελαίνεται στο άκουσμα της μαγικής λέξης και τότε την ρώτησα Υπάρχουν αλήθεια μαμά νεράιδες? Εικασίες είναι τώρα πια, έχω άκουει όμως πολλές ιστορίες μου είπε. βγαίνουν με πανσέληνο και χάνονται μετά. αυτό ήταν, μόνο αυτό κράτησα ότι άλλο και αν έλεγε δεν το άκουγα. πότε έχουμε πανσέληνο? την ρώτησα. Απόψε μου είπε δεν το βλέπεις ότι βγαίνει από την ολύτσικα.?
Αύριο φεύγουμε για Αθήνα της είπα. έχεις τρελαθεί σε 4 μέρες έχουμε τα σαράντα της γιαγιάς, μου είπε.
Μέχρι να πέσει το βράδυ του καλοκαιρινού πια μήνα η πρώτη Πανσέληνος του καλοκαιριού πέρασαν αιώνες, εγώ κάπνιζα το ένα τσιγάρο μετά το άλλο φοβόμουν μη με πάρει ο ύπνος τελευταία στιγμή. έκανα ένα μπάνιο και φόρεσα, και ένα μαλακό παντελόνι και ένα άσπρο μπλουζάκι να τονίζεται καλύτερα το μελαχρινό του δέρματος μου. έβαλα κολόνια ακόμα έφαγα ένα κομμάτι Κασίοπιτα, μόνο τότε συνειδητοποίησα ότι πείναγα φοβερά.
Ήπια και ένα ποτήρι γάλα κατσικίσιο!...
[B]Μέρος 11ο [/B]
Αυτό ήταν, η ώρα 2 το βράδυ στην στέρνα, καθισμένος το πεζούλι και η οπτασία η αιθέρια, το όνειρο της ζωής μου ήρθε μαζί με το χτυποκάρδι το άγριο στην καρδιά μου. Δεν είπα και δεν είπε τίποτα μόνο με αγκάλιασε και μου είπε : σε ένοιωθα όλα αυτά τα βράδια ότι υποφέρεις, και εγώ έτσι ένοιωθα καλέ μου, πάντα όμως σε έβλεπα τα μάτια μου ακόμα και όταν δεν είμαι εκεί. Μόνο αν θέλεις εσύ θα είμαι εγώ, μαζί σου για μία ολόκληρη ζωή. Ανακουφίστηκε ο πόνος μου και προσπάθησα να την φιλήσω μα πάλι με έσπρωξε μαλακά, μην βιάζεσαι μου είπε, όλα θα γίνουν στην ώρα τους καλέ μου, βοήθησε με όμως σε παρακαλώ, δώσε μου το μαντήλι μου και εγώ θα είμαι δική σου για πάντα.
ποίο μαντήλι ψιθύρισα ? το έχει η γιαγιά σου μου είπε κρυμμένο αν το βρεις θα είμαι κάθε μέρα μαζί σου και εκείνη τη ώρα ακούμπησε τα υπέροχα χείλη της πάνω στα δικά μου έχασα τον κόσμο από τα πόδια μου με άφησε να την χαϊδέψω στο κορφολογήσω το κορμί της, να πιάσω το στήθος της και αυτή έπιασε τα απόκρυφα σημεία μου, όπως καμία άλλη ποτέ, πάνω στο πεζούλι μέσα στην ερημιά της νύχτας ήμασταν έτοιμοι να γίνουμε ένα μαζί, να μου δώσει και να της δώσω τον πόθο μου. Τα φιλιά και τα χάδια διαδεχόταν το ένα το άλλο και την άκουγα να βογκάει και εγώ να μεθώ από ευτυχία από την ουράνια ετούτη γυναίκα, λίγο πριν μπω μέσα της ένα λεπτό πριν μου είπε να περίμενε και όπως με έσπρωξε μαλακά εξαφανίστηκε. η φωνή που βγήκε από το στόμα μου ήταν ουρλιαχτό αγριμιού ΜΗ ΜΕ ΑΦΗΝΕ Σ'ΑΓΑΠΑΩ ΓΕΝΤΑΝΗ, λατρεία μου, γυναίκα μου, αγαπημένη γύρνα.
Τα δάκρυα μου τρέχανε ποτάμι από τα μάτια μου, κομμάτια το κορμί μου, το είναι μου όλο αγαπημένη όταν γυρίσεις θα έχω αυτό που θες!
Άκουσα το αέρα να μου φέρνει την φωνή της λέγοντάς μου: κάνε γρήγορα δεν αντέχω μακριά σου.
Γύρισα σπίτι κομμάτια, έπεσα στο κρεβάτι και περίμενα α ξυπνήσει η μητέρα μου, δεν είχα σκοπό να της αφήσω σε ησυχία.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 1 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|