| Κάποτε που γυρνούσα σ’ ένα κόσμο της τεχνολογίας πλαστό , έναν άνθρωπο γνώρισα αληθινό , πίσω από σελίδες και από οθόνες οπτικής καταγραφής οι αποστάσεις μίκρυναν λόγω της επαφής .
Μια καλημέρα ξεκίνησα να πω σ’ ένα πρόσωπο αγγελικό , που τα φτερά του κλειστά είχε και καθόταν σε μια γωνιά σκεπτικό , μελαγχολικό . Την καρδιά της άνοιξε και τον πόνο της μου είπε , η συννεφιά μου αρέσει και χαρούμενος άνθρωπος είμαι μου είπε .
Έφυγε από την τρέλα της πόλης για την εξοχή να πάει , με θάρρος και αλήθεια να βρει στο πρόβλημα την λύση που ζητάει , όμως χωρίς να υπολογίσει την δειλία του ανθρώπου .
Πικράθηκε τόσο που ήθελε εξηγήσεις από τον εαυτό της , ανασφάλεια ένιωσε ξαφνικά να ταλανίζει το μυαλό της . Έπρεπε να σκεφτεί ότι το φταίξιμο δεν είναι δικό της , θέλει θάρρος και ψυχή να στέκεις απέναντι σε κάποιον που μπορεί την αλήθεια να εκφράζει .
Mιλήσαμε για κείνη και για μένα , ειπώθηκαν πολλά που αναρωτήθηκα πόσο κοντά ο πόνος της ψυχής δυο ανθρώπους κοντά μπορεί να φέρει .
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|