| Μη…
μη...
δεν αντέχω να σ’ έχω
δίπλα μου,
ν’ αφουγκράζομαι την μεθοδική σου
ανάσα όταν το φως εγκαταλείπει.
Κάθε βράδυ η ίδια ψυχαναγκαστική
ατμόσφαιρα ρυθμίζει τις εποχές
του δωματίου
όχι… δεν μου γουστάρουν, δεν μου
γούσταραν ποτέ, τα φανταχτερά σου
υπολείμματα στους καθρέφτες του σπιτιού,
οι ασθενικές νύχτες, αιμόφυρτες
στο εικονοστάσι – ποίηση φτιαγμένη από ειρωνεία-.
Και ποτέ δεν
κατάλαβα την συνήθεια να φορτώνεις
το βλέμμα σου με τόσους λεκέδες
από καφέ και οινόπνευμα. ξέρω, αντιπαθείς
το ψύχος, κι έτσι πάντοτε φρόντιζες
να λυτρώνεις στις φλόγες
την ανασφάλεια που μας τριγυρίζει.
Τα δάχτυλα σου σταμάτησαν να ιδρώνουν
και ‘γω δεν γαληνεύω στο στήθος σου. Δες
πως η υγρασία του απέναντι τοίχου
μουτζουρώνει τα τραγούδια
που κάποτε τον κέρναγες
-Τώρα μια χούφτα μπογιά αρκεί
-Τώρα μένω στη διαδρομή Εξάρχεια- Γκύζη,
εκεί που πέθαινες απ’ αγάπη.
-Τώρα βαριανασαίνω απ’ τη
σκουριά που καθίζησε στις αρμονικές.
όχι το ξυπνητήρι…όχι…
τον έρωτα σου κούρδισε. γιατί
πού ξέρεις, μπορεί
να ουρλιάξει κάποια μέρα, όπως
σύσσωμες οι στρατευμένες ηδονές σου
πριν από λίγο.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|